Berlinale Blogger 2024
Μια κουζίνα μέσα από τα μάτια παράνομων μεταναστών/-ριών
-Το «Γκριιλ»;
-Το «Γκριλ».
Η κουζίνα μπορεί να είναι ένα περιβάλλον με υψηλά επίπεδα θορύβου και άγχους, όπου ο ήχος των παραγγελιών που βγαίνουν αδιάκοπα από τον εκτυπωτή ανακατεύεται με τα κροταλίσματα από τις σπάτουλες πάνω στα τηγάνια και τις αγριοφωνάρες ενός αυταρχικού σεφ που μοιράζει δεξιά αριστερά εντολές –«Για πάμε! Για πάμε!»– πιέζοντας να ανέβει ακόμη πιο πολύ ο ρυθμός δουλειάς.
Permata Adinda Priyadi
Τα τελευταία χρόνια έχουμε δει την κατάσταση που επικρατεί στα «παρασκήνια» πολλών εστιατορίων σε ταινίες και σειρές όπως τα Hunger / Πείνα (2023), The Bear (2022) ή The Menu / Το μενού (2022). Η ταινία, όμως, La Cocina, που περιλαμβάνεται στο πρόγραμμα του Διαγωνιστικού της 74ης Berlinale, δείχνει ότι η τεταμένη ατμόσφαιρα δεν οφείλεται μόνο στη δυναμική μεταξύ αφεντικών και υφιστάμενων, αλλά και στις σχέσεις μεταξύ εργαζομένων που προέρχονται από εντελώς διαφορετικές χώρες.
Μια ματιά στα παρασκήνια της Νέας Υόρκης
Η αρχική σκηνή του La Cocina, μιας μεξικανικής-αμερικανικής παραγωγής σε σκηνοθεσία του Αλόνσο Ρουιζπαλάσιος, δείχνει τη νεαρή Μεξικανή μετανάστρια Εστέλα (Άννα Ντίαζ). Διασχίζει τη θάλασσα μέσα σε μια βάρκα για να φτάσει στις Ηνωμένες Πολιτείες και εκεί να βρει δουλειά. Χωρίς να μιλάει λέξη αγγλικά, με μόνη της αποσκευή το θάρρος, η Εστέλα φτάνει στον προορισμό της. Ακολουθεί τη μοναδική πληροφορία που έχει: η οικογένειά της τής έδωσε ένα φύλλο κόλιανδρου στο οποίο είναι γραμμένη μια διεύθυνση κι ένα όνομα: Πέδρο.Η ταινία μάς παρουσιάζει σε ασπρόμαυρα, γρήγορα εναλλασσόμενα πλάνα μια κάθε άλλο παρά λαμπερή όψη της Ν. Υόρκης στην Τάιμς Σκουέαρ, όπως την βλέπει μια μετανάστρια: ένα μέρος γεμάτο θόρυβο, αφιλόξενo, χαοτικό.
Δυναμική της γλώσσας και σχέσεις ισχύος
Μέσω της Εστέλα, γνωρίζουμε διάφορους χαρακτήρες, που επίσης βγάζουν το μεροκάματό τους στο εστιατόριο «The Grill»: ο ξάδελφoς της Εστέλα, ο Πέδρο, που όπως εκείνη έχει έρθει μετανάστης και μαγειρεύει στο The Grill, η ερωμένη του Πέδρο Τζούλια (Ρούνεϊ Μάρα), που δουλεύει σερβιτόρα, όπως και άλλους μάγειρες και σερβιτόρους, τον διευθυντή και τον ιδιοκτήτη του εστιατορίου.Το La Cocina συνειδητά τονίζει τις δυναμικές στη συνύπαρξη των χαρακτήρων του, τις αλληλεπιδράσεις ανάμεσα σε μετανάστες/-στριες και Native Americans. Πώς βλέπουν εκείνοι που μιλάνε αγγλικά με ξενική προφορά, κομπιάζοντας, αυτούς που τα μιλάνε άπταιστα και χωρίς αξάν; Πώς βλέπουν, αντιστρόφως, οι ντόπιοι τους/τις νεοφερμένους/-ες;
Και το ερώτημα που προσθέτει άλλο ένα επίπεδο στη δυναμική αυτής της συνύπαρξης είναι: Πώς βλέπουν οι άντρες από την ομάδα των μεταναστών/-ριών τις γυναίκες της πατρίδας τους σε σύγκριση με τις λευκές γυναίκες, που τις αποκαλούν «gringas»; Αποδεικνύεται πως και εδώ υπάρχουν σχέσεις ισχύος.
Στα παρασκήνια του εστιατορίου, το La Cocina αποκαλύπτει όχι μόνο τις δυναμικές ισχύος ανάμεσα στο αφεντικό και το βοηθητικό προσωπικό, αλλά και τον ανταγωνισμό μεταξύ των υπαλλήλων για κύρος και αναγνώριση. Η ταινία δείχνει μια σκοτεινή εικόνα της πραγματικότητας και την ίδια στιγμή προσφέρει μια φρέσκια ματιά στην πληθώρα των ταινιών που έχουν θέμα τα εστιατόρια και τις κουζίνες τους. Ή, όπως λέει ένας εργαζόμενος στην ταινία: «Το είχε πάντα πάνω του, μέχρι το τέλος της ζωής του. Ένα σκοτάδι, σαν ουλή».