Τί έχει να πει ο Μπρεχτ του 1928 στον Έλληνα του 2016; Ποιες αλήθειες αποκαλύπτει «Η όπερα της πεντάρας»; Η πόρνη Τζένη - κατά κόσμον Λυδία Φωτοπούλου - και ο αρχηγός των ζητιάνων, κ. Πίτσαμ - Άγγελος Παπαδημητρίου - απαντούν με αφορμή την παρουσίαση της «Όπερας της πεντάρας» στο Παλλάς σε σκηνοθεσία Γιάννη Χουβαρδά.
Σάββατο απόγευμα στο κέντρο της Αθήνας. Από τον σταθμό του Μετρό μέχρι την είσοδο του θεάτρου Παλλάς, εκεί που είναι το καθορισμένο ραντεβού με τη Λυδία Φωτοπούλου και τον Άγγελο Παπαδημητρίου για να μιλήσουμε για την «Όπερα της πεντάρας», το έργο του Μπέρτολτ Μπρεχτ με μουσική του Κουρτ Βάιλ που ανεβαίνει σε σκηνοθεσία Γιάννη Χουβαρδά, έχω συναντήσει τέσσερις ανθρώπους με απλωμένο το χέρι για βοήθεια. Κι όταν καθόμαστε πλέον σε ένα από τα καφέ της περιοχής για να συζητήσουμε για την παράσταση - κι ενώ η βοηθός του σκηνοθέτη αγωνιά και θυμίζει κάθε λίγο στη Λυδία Φωτόπουλου τι ώρα πρέπει να βρίσκεται και πάλι πίσω στη σκηνή και μάλιστα με το κοστούμι της – η πρώτη ερώτηση έρχεται σχεδόν αυθόρμητα.
«Η όπερα της πεντάρας» είναι ένα έργο που γράφτηκε στον Μεσοπόλεμο, σε μια περίοδο βαθιάς οικονομικής κρίσης κι εξίσου φορτισμένη με τη δική μας. Πως βλέπετε το γεγονός ότι ανεβαίνει ξανά, τώρα, σε μια εποχή ανάλογη με εκείνη που «γεννήθηκε»;
Λ.Φ. Και τότε και τώρα μιλάμε για εποχές παραφροσύνης. Απλώς τώρα έχουμε περισσότερη γνώση αυτών που ειπώθηκαν τότε ίσως για πρώτη φορά. Ο Μπρέχτ θέλησε να πει ότι ο ληστής είναι ένας αστός. Τώρα ξέρουμε ότι ο αστός είναι ληστής. Δεν μας εκπλήσσει πλέον.
Α.Π. Πριν από 20 και 30 χρόνια γελούσαμε με τον Μπρεχτ. Ήταν ανέκδοτο και μόνο η ιδέα να ανεβάσουμε έργο του. Ήταν τελείως έξω από το πράγματα. Θεωρούνταν ως κάτι αριστερά γραφικό. Σήμερα, εγώ ο ίδιος που γελούσα, κατάλαβα ότι είναι απολύτως επίκαιρος κι αναγκαίος. Αυτό το έργο πρέπει να το ξαναδούμε, διότι τώρα θα κάνει τη δουλειά του ως πνευματικό δημιούργημα.
Λ.Φ. Είναι ένα έργο που προηγήθηκε της διδακτικής εποχής του Μπρεχτ κι έχει έντονο το στοιχείο της απόλαυσης, μέσα από την οποία έρχεται μια κριτική αντιμετώπιση των πραγμάτων. Βγαίνει έντονα ο σαρκασμός της αστικής αδηφαγίας.
Είπατε ότι η διαφορά μας με το παρελθόν είναι ότι τώρα ξέρουμε. Αξιοποιήσαμε αυτή την ιστορική γνώση ή μας βρήκαν και πάλι απροετοίμαστους οι εξελίξεις;
Λ.Φ. Απροετοίμαστοι είμαστε και δεν ξέρω πως τα καταφέρνουμε. Σαν να είναι πάντα τα πράγματα πιο μεγάλα από εμάς και δεν μπορούμε να αντιδράσουμε.
Πιστεύετε ότι το κείμενο του Μπρεχτ και η παράσταση μπορούν να λειτουργήσουν ως γέφυρα ανάμεσα σε Ελλάδα και Γερμανία και να λειάνουν κατά κάποιο τρόπο την ένταση που υπάρχει ανάμεσα στις δύο χώρες;
Λ.Φ. Μπορεί να υπάρχει αντιπαλότητα στην πολιτική, αλλά η τέχνη ενώνει τους διαφορετικούς λαούς.
Α.Π. Ας πάρουμε κάτι κι από τους Γερμανούς. Πάντα μας αγαπούσαν παρά τα παρατράγουδα. Ο πολιτισμός τους έχει χτιστεί πάνω σε αυτό που λέμε ελληνικός πολιτισμός. Τους έχουμε δώσει τόσα πράγματα, ας πάρουμε κι εμείς κάτι δυναμικό και σύγχρονο από αυτούς.
Υποδύεστε κ.Παπαδημητρίου τον κ. Πίτσαμ, τον αστό αρχηγό των ζητιάνων, κι εσείς κ. Φωτοπούλου την Τζένη, την πόρνη που προδίδει τον πρώην αγαπημένο της. Βλέπετε αντιστοιχίες των ρόλων σας στο δρόμο; Θεωρείτε ότι «Η όπερα της πεντάρας» είναι τρόπον τινά καθρέφτης της κοινωνίας;
Λ.Φ. Ήρθα με τα πόδια στο θέατρο και στο Σύνταγμα είδα κάποιον να δείχνει μια τεράστια πληγή στο πόδι του και να λέει: «Σας παρακαλώ δώστε μου τουλάχιστον έναν επίδεσμο», που είναι ακριβώς τα λόγια του Πίτσαμ ο οποίος εξηγεί ότι ένας τύπος ζητιάνου είναι εκείνος που δείχνει την πληγή του. Και προσθέτει ότι μια φυσική πληγή δεν είναι ποτέ τόσο καλή όσο μια τεχνητή πληγή, όσο τα ψέματα που μπορεί να πει, δηλαδή.
Τότε γιατί το κοινό να έρθει να δει στη σκηνή όσα συναντά καθημερινά στον δρόμο;
Α.Π. Αυτό είναι ένα μεγάλο ερώτημα. Ό,τι αρρώστια κι αν έχεις βοηθά να το ξέρεις. Κι η σύγχρονη κοινωνία είναι καλύτερο να ξέρει από τι πάσχει για να το πολεμήσει καλύτερα.
Λ.Φ. Δεν είναι ένα ντοκιμαντέρ. Υπάρχει η έντονη θεατρικότητα μέσα από μια πραγματική απόλαυση μπορεί ο θεατής να αποκτήσει μια κριτική προσέγγιση. Σκέφτεσαι: «Αυτό το έργο γράφτηκε το 1928 και δεν έχουμε προχωρήσει καθόλου;». Μέσα από το έργο άλλωστε δεν βλέπουμε την πραγματικότητα μας, τους ζητιάνους που βρίσκονται δίπλα μας, αλλά το κοφτερό μυαλό της εκμετάλλευσης που είναι ο Πίτσαμ, τον οποίο όμως δεν τον συναντάμε καθημερινά. Βλέπουμε το αποτέλεσμα αυτού που κάνει. Ή δεν βλέπουμε τη μοιραία πόρνη, τη Τζένη, που θα προδώσει επειδή είναι πάντα προδομένη, κάθε μέρα δίπλα μας. Είναι θεατρικοί ρόλοι, δεν είναι βγαλμένοι από τη ζωή και σε κάνουν να σκεφτείς πολλά πράγματα.
Σε μια εποχή τόσο δύσκολη μήπως μια τόσο ακριβή παραγωγή δεν συνάδει με την εποχή;
Α.Π. Ακριβή παραγωγή είναι στο σύνολό της. Στα επιμέρους δεν είναι έτσι. Οι μισθοί είναι μικροί και έχει γίνει οικονομία σε πολλά πράγματα. Μην μπερδεύεστε με τη διαφήμιση. Οι εργαζόμενοι είναι ήρωες του σανιδιού.
Λ.Φ. Δεν έγιναν εκπτώσεις στην παραγωγή, αλλά το αποτέλεσμα οφείλεται στην πολλή προσωπική δουλειά, ώστε να μην ξοδευτούν χρήματα. Τα κοστούμια για παράδειγμα είναι απίστευτα πολλά, αλλά η Ιωάννα Τσάμη κόβει από παντού, ράβει μόνη της, δεν είχε έναν ελεύθερο προυπολογισμό να κινηθεί.
Α.Π. Θυμάστε τι έκανε η Βιβιαν Λι στο «Όσα παίρνει ο άνεμος» που κατέβασε την κουρτίνα για να φτιάξει φόρεμα; Αυτό ακριβώς κάνουμε κι εμείς σήμερα στο θέατρο.
Υπήρξε κάποια στιγμή στην προετοιμασία της παράστασης που φοβηθήκατε ότι δεν θα τα καταφέρετε;
Α.Π. Πάρα πολλές. Αισθάνθηκα τον ρόλο ως τεράστιο βάρος στην πλάτη μου. Μέχρι τώρα, όπου συμμετείχα, αισθανόμουν ότι απλώς χώνομαι μέσα στο περιβάλλον. Τέτοιο βάρος δεν είχα ποτέ. Είναι τεράστιος ρόλος.
Λ.Φ. Φοβήθηκα το τραγούδι, διότι δεν είχα πείρα. Έκοψα το τσιγάρο ύστερα από 45 χρόνια για να ανταποκριθώ.
Τι θα λέγατε στο κοινό ώστε να πειστεί να έρθει στην παράσταση;
Α.Π. Ότι θα αισθανθεί ότι δεν τον κοροϊδέψαμε. Θα δει μια τίμια παράσταση.
Λ.Φ. Επειδή χρειάζεται πότε πότε να μπορούμε να ανασαίνουμε χαμογελώντας για αυτά τα ίδια πράγματα που μας βασανίζουν, θα έλεγα ότι αυτή η παράσταση μπορεί να προσφέρει χαμόγελο. Το χαμόγελο δίνει δύναμη. Όταν υπάρχει γνώση πάνω στα πράγματα μπορούμε καμιά φορά πιο εύκολα να τα προσεγγίζουμε και να τα ξεπερνάμε.
Με την υποστήριξη του Goethe-Institut Athen