Actopolis
Μητροπολεις σε κριση

Αποψη της έκθεσης
Αποψη της έκθεσης | Rainer Schlautmann

Πόλεις που βιώνουν έντονα την οικονομική κρίση και την κοινωνική ανισότητα και πόλεις που είναι αντιμέτωπες με τις προσφυγικές ροές και τις μεγάλες αλλαγές που συμβαίνουν λόγω της παγκοσμιοποίησης. Γεγονότα που επηρεάζουν τη ζωή των κατοίκων των πόλεων αλλά και το ίδιο το αστικό τοπίο.

Μπορούν οι άνθρωποι να αντιδράσουν σ’ αυτές τις ριζικές αλλαγές; Μπορούν να βρουν τρόπους να περιορίσουν την υποβάθμιση της πόλης και της ζωής τους; Σε αυτές τις σύγχρονες προκλήσεις των πόλεων φιλοδοξούν να απαντήσουν το Ινστιτούτο Γκέτε και το Ιδρυμα Urbane Kunste Ruhr, μέσα από το καλλιτεχνικό εγχείρημα Actopolis.

«Πρόκειται για ένα υπερεθνικό εργαστήριο για τον καλλιτεχνικό ακτιβισμό και την πόλη τού αύριο», είχε πει για το πρότζεκτ Actopolis η επικεφαλής του Πολιτιστικού Τμήματος του Ινστιτούτου Γκέτε και συντονίστρια της Νοτιοανατολικής Ευρώπης, Juliane Stegner, πριν από περίπου έναν χρόνο, όταν οι δράσεις του Actopolis ξεκινούσαν.

Σήμερα, δύο χρόνια μετά τον αρχικό σχεδιασμό και την ολοκλήρωση του προγράμματος, δύο χρόνια καλλιτεχνικής δημιουργίας και καλλιτεχνικού ακτιβισμού, τα πρότζεκτ που υλοποίησαν οι καλλιτέχνες στο πλαίσιο του Actopolis συγκεντρώθηκαν σε μια έκθεση στο Ομπερχάουζεν.

Παράλληλα με την έκθεση πραγματοποιήθηκε και ένα συμπόσιο όπου καλλιτέχνες, επιμελητές, δημοσιογράφοι αλλά και απλοί παρατηρητές είχαν την ευκαιρία να ακούσουν το σκεπτικό που υπήρχε πίσω από την καλλιτεχνική έκφραση, να συζητήσουν τα αποτελέσματα και το αποτύπωμα που είχε στην κοινωνία, να ανταλλάξουν απόψεις, να συγκρουστούν ακόμη, αλλά στο τέλος να καταλήξουν σε συμπεράσματα.

Η έκθεση πρόκειται να ταξιδέψει και σε άλλες πόλεις, μεταξύ των οποίων η Αθήνα και η Θεσσαλονίκη. Αν και η έκθεση στη διάρκεια της περιοδείας της θα είναι εμπλουτισμένη με νέο υλικό, αφού το Actopolis/The Art of Action δεν είναι ένα καλλιτεχνικό πρότζεκτ που τελείωσε αλλά μια διαδικασία σε εξέλιξη, εμείς θα προσπαθήσουμε να σας δώσουμε μια πρώτη γεύση από αυτά που πρόκειται να δείτε και να σας μεταφέρουμε την εμπειρία που ζήσαμε στο Ομπερχάουζεν.

Ομπερχαουζεν

Το Ομπερχάουζεν από αγροτική περιοχή εξελίχθηκε σε μεγάλη πόλη κατά τη διάρκεια της βιομηχανικής επανάστασης, κυρίως λόγω των ανθρακωρυχείων, της χαλυβουργίας και της χημικής βιομηχανίας που αναπτύχθηκαν στην περιοχή.

Καθώς η ζήτηση για άνθρακα άρχισε να μειώνεται και τα εργοστάσια να κλείνουν το ένα μετά το άλλο, η πόλη χρεοκόπησε τη δεκαετία του ’60. Σήμερα θεωρείται μία από τις πιο φτωχές πόλεις της Γερμανίας, με τους κατοίκους να έχουν το μεγαλύτερο κατά κεφαλήν χρέος στη χώρα.

Μετά την αποβιομηχανοποίηση και τη χρεοκοπία η πόλη σταδιακά άλλαξε. Κατά τις δεκαετίες του ’80 και του ’90 το κέντρο της εγκαταλείφθηκε, ενώ και η σύνθεση του πληθυσμού αλλοιώθηκε.

Οι μορφωμένοι νέοι ακόμη και σήμερα εγκαταλείπουν την πόλη αφού δεν υπάρχουν δουλειές γι’ αυτούς. Η πόλη για να σταθεί στα πόδια της χρειάζεται επανεκκίνηση.

Στο πλαίσιο του Actopolis οι καλλιτέχνες παρουσιάζουν πρότζεκτ αναζωογόνησης της πόλης. Πρότζεκτ που έχουν να κάνουν όχι με έναν φορέα αλλά με πολλές συνεργασίες ώστε να έχουν απόδοση στην κοινωνία.

 Actopolis στο Ομπερχάουζεν Actopolis στο Ομπερχάουζεν | Rainer Schlautmann «Χτίζουμε τη νέα πόλη και δεν ξέρουμε ακόμη πώς θα μοιάζει», θα μας πει ο Matthias, της κολεκτίβας καλλιτεχνών geheimagentur που επιμελήθηκαν το Actopolis Oberhausen. Στο Ομπερχάουζεν κάτοικοι και καλλιτέχνες δημιουργούν τη νέα αφήγηση για την πόλη τους.

»Δημιουργούν τη νέα πόλη που δεν θα είναι προσκολλημένη στα μεγαλεία του παρελθόντος, αλλά θα μπορεί να ικανοποιεί τις επιθυμίες και τις απαιτήσεις των κατοίκων και των επισκεπτών.«Είμαι σίγουρος ότι στα επόμενα χρόνια οι άνθρωποι θα κοιτάνε τα αποτελέσματα του Actopolis και θα μιλάνε γι’ αυτά», καταλήγει ο Matthias.

Στο μελλον καποιοι θα ξερουν για τη δικη μας τυχη

Η Αθήνα, μητρόπολη και αφετηρία του ευρωπαϊκού πολιτισμού, είναι η πόλη που βρέθηκε στο επίκεντρο μιας άνευ προηγουμένου οικονομικής και προσφυγικής κρίσης. Μιας κρίσης που ύστερα από τόσα χρόνια έχει γίνει η νέα κανονικότητα της πόλης.

Η Αθήνα βρέθηκε αντιμέτωπη με όλα εκείνα τα φαινόμενα υποβάθμισης που με την πάροδο του χρόνου αποδυναμώνουν τις πόλεις και τις οδηγούν στην κατάρρευση. Ωστόσο, η Αθήνα δεν κατέρρευσε. Αντίθετα, αναζητεί απεγνωσμένα τη σύγχρονη ταυτότητά της.

«Η Αθήνα για αρκετά χρόνια τώρα βρίσκεται στο επίκεντρο του παγκόσμιου ενδιαφέροντος ως χαρακτηριστική περίπτωση πόλης που ενώ έχει υποστεί τα πάνδεινα έχει καταφέρει να επιβιώσει. Η Αθήνα και οι Αθηναίοι έχουν κεντρίσει το ενδιαφέρον ισχυρών καλλιτεχνικών θεσμών, όπως η documenta 14, που βλέπουν την πόλη ως ένα κομβικό σημείο αντίστασης που μπορεί να διδάξει και να προτείνει στρατηγικές επιβίωσης», αναφέρουν οι επιμελήτριες του Actopolis της Αθήνας, Ελπίδα Καραμπά και Γλυκερία Σταθοπούλου.

Ελπίδα Καραμπά, επιμελήτρια Actopolis Αθήνας, Ευθύμης Θέου και Ηλέκτρα Αγγελοπούλου, αρχαιολόγοι καλλιτέχνες Ελπίδα Καραμπά, επιμελήτρια Actopolis Αθήνας, Ευθύμης Θέου και Ηλέκτρα Αγγελοπούλου, αρχαιολόγοι καλλιτέχνες | Rainer Schlautmann Οι δύο επιμελήτριες πιστεύουν ότι η Αθήνα είναι μια πόλη με πολύ δημιουργική ενέργεια. Η τέχνη μπορεί με τον δικό της τρόπο να προσεγγίσει αυτή την ενέργεια, να εκμεταλλευτεί τη συγκυρία και να αξιοποιήσει το «μικρόβιο» της δημιουργικότητας προς όφελος της πόλης και των κατοίκων της.

Μέσα από την Προσωρινή Ακαδημία Τεχνών (ΠΑΤ) η Ελπίδα και η Γλυκερία δημιούργησαν το πρότζεκτ «The Soft Power Lectures». Καλλιτέχνες, αρχιτέκτονες, ανθρωπολόγοι, κοινωνικοί επιστήμονες και φοιτητές, με συζητήσεις, διαλέξεις και καλλιτεχνικά δρώμενα δημιούργησαν το όραμα για τον μελλοντικό σχεδιασμό της Αθήνας.

«The Soft Power Lecture»

«They deliver something soft but with power», σχολίασε για το ελληνικό πρότζεκτ η επιμελήτρια του Actopolis, Angelika Fitz. Το πιο εύστοχο σχόλιο για την ήπια δύναμη που εμπεριείχαν όλα τα πρότζεκτ που υλοποίησε η ΠΑΤ. Η ΠΑΤ, που ιδρύθηκε το 2013 από την Ελπίδα Καραμπά, είναι μια κινούμενη ακαδημία τεχνών αλλά συγχρόνως και ένα πρότζεκτ.

Μέσα από τις διαλέξεις και τα καλλιτεχνικά δρώμενα η ΠΑΤ θέλησε να διερευνήσει πώς μπορεί η Αθήνα να εκμεταλλευτεί την «εξωτικοποίηση» της κρίσης ώστε να αποτελέσει την κινητήρια δύναμη για τον μετασχηματισμό της πόλης.

Από το Grand Tour του 18ου αιώνα όπου Γάλλοι, Αγγλοι και Γερμανοί περιηγητές πέρασαν από την Ελλάδα αναζητώντας το κλασικό ιδεώδες της αρχαιότητας, σήμερα έχουμε ένα άλλο Grand Tour όπου οι επισκέπτες θέλουν να μάθουν το μέλλον τους.

Η Αθήνα που παραπαίει ανάμεσα στην οικονομική και την προσφυγική κρίση γίνεται τόπος προσέλκυσης καλλιτεχνών που αναζητούν τη δυναμική που υπάρχει μέσα σε όλη αυτή την καταστροφή.

Η Αθήνα της κρίσης γίνεται η πόλη της δημιουργικής ενέργειας. Από το 2004 άρχισε μια άνθηση στον χώρο της τέχνης με νέες γκαλερί και νέους θεσμούς όπως η Μπιενάλε, ενώ φέτος η Αθήνα φιλοξενεί την documenta 14, τη μεγαλύτερη έκθεση στον κόσμο που για πρώτη φορά βγαίνει εκτός Γερμανίας.

Εχει σχέση όμως η δημιουργική ενέργεια που είχε η πόλη την εποχή των Ολυμπιακών Αγώνων με τη σημερινή εποχή; Εχουν σχέση όλα τα προηγούμενα καλλιτεχνικά δρώμενα με ό,τι συμβαίνει σήμερα;

«Η Αθήνα σκιαγραφείται ως ένα κομβικό σημείο αντίστασης που μπορεί να εκπαιδεύσει, να προτείνει στρατηγικές επιβίωσης και να βρει νέους τρόπους για να κάνει τέχνη χωρίς χρήματα, μέσω εναλλακτικών οικονομιών και συλλογικών πρακτικών», θα πει η επιμελήτρια Γλυκερία Σταθοπούλου σχολιάζοντας την «εξωτικοποίηση» της κρίσης και τις προσδοκίες που έχει δημιουργήσει η αθηναϊκή καλλιτεχνική σκηνή στους ξένους καλλιτέχνες και επισκέπτες που έχουν κατακλύσει την πόλη.

Το συμποσιο

Υπό τον τίτλο «We need to talk» ο έτερος επιμελητής του Actopolis, Martin Fritz, έκανε την έναρξη του συμποσίου. «Χρειάζεται να μιλήσουμε, αλλά όταν έρχεται η ώρα να το κάνουμε οι άνθρωποι αναρωτιόμαστε “και τώρα τι να πούμε;”. Είναι δύσκολη η συζήτηση στις μέρες μας», θα πει ο Martin Fritz, δίνοντας τον λόγο στο πρώτο πάνελ αυτής της πολυφωνικής και πολύ διαφορετικής εκδήλωσης.

Performance της Marie Luise Performance της Marie Luise | Rainer Schlautmann Οι επιμελητές όλων των πρότζεκτ από τις οκτώ πόλεις που συμμετείχαν στο Actopolis συγκεντρώθηκαν στο εντυπωσιακό κτίριο του ταχυδρομείου του Ομπερχάουζεν, που φιλοξενούσε και την έκθεση, και για δύο ημέρες μαζί με θεωρητικούς, παρατηρητές, συγγραφείς, πολιτικούς, δημοσιογράφους, ακόμη και με επικριτές του Actopolis που είχαν προσκληθεί να συμμετάσχουν ως «εξωτερικές» φωνές, συζήτησαν, αντάλλαξαν απόψεις, διαφώνησαν αλλά πήγαν τον διάλογο εποικοδομητικά παραπέρα, όπως μόνον οι καλλιτέχνες ξέρουν να το κάνουν.

Η αρχιτεκτονική, ο δημόσιος χώρος, το προσφυγικό, η μετανάστευση, η αδιάκοπη κινητικότητα των ανθρώπων, η κρίση, οι σκληρές συνθήκες εργασίας, ο καπιταλισμός, η παγκοσμιοποίηση, ο φεμινισμός, οι διακρίσεις μεταξύ μας και μετά όλοι μαζί εναντίον των προσφύγων και των μεταναστών και πώς όλα αυτά συνδέονται με την πόλη και με το ευ ζην των κατοίκων της ήταν τα θέματα που απασχόλησαν τους καλλιτέχνες στο πρότζεκτ Actopolis.

«Σε μια εποχή που ορίζεται από την κινητικότητα, πού μπορεί να ανήκει κάποιος;», αναρωτιούνται η Ana Dana Beros και ο Antonio Grgic, αρχιτέκτονες και καλλιτέχνες από το Ζάγκρεμπ. Το lounge ενός αεροδρομίου προσομοιάζεται με ένα στρατόπεδο συγκέντρωσης προσφύγων, όπου και στη μια και στην άλλη περίπτωση κάποιος δεν έχει χαρτιά για να φύγει και εγκλωβίζεται.

«Η δουλειά του αρχιτέκτονα είναι να δημιουργήσει τις συνθήκες εκείνες όπου οι άνθρωποι θα νιώθουν άνετα», θα πει ο Antonio. Στη συνέχεια μπαίνει το θέμα της ανθρωπογεωγραφίας που η αρχιτεκτονική έχει να αντιμετωπίσει.

Μέσω του καλλιτεχνικού ακτιβισμού στο Βουκουρέστι η αρχιτέκτονας και επιμελήτρια Cosmina Goagea και ο δημοσιογράφος και πανεπιστημιακός Stefan Ghenciulescu προσπάθησαν σε επίπεδο γειτονιάς να βοηθήσουν τον κόσμο να καταλάβει τη σύγχρονη τέχνη και μέσω αυτής οι κάτοικοι να ξαναγίνουν πολίτες και να κατακτήσουν τη δημοκρατία.

Το πρότζεκτ προτείνει στους κατοίκους μιας υποβαθμισμένης περιοχής του Βουκουρεστίου να γίνουν για μία μέρα δήμαρχοι και να μελετήσουν και να επανασχεδιάσουν την πόλη τους. «Αυτό που σήμερα θεωρείται το υποβαθμισμένο κομμάτι του Βουκουρεστίου θα μπορούσε να γίνει ένα μοντέλο μιας πόλης που χτίστηκε για την κοινωνική δικαιοσύνη, την οικονομική ευημερία, την πολιτιστική πολυμορφία και την οικολογική βιωσιμότητα», θα πουν οι καλλιτέχνες.

Η επιμελήτρια του Sarajevo Actopolis, Danijela Dugandzic, και η αρχιτέκτονας και ακτιβίστρια Armina Pilav, ύστερα από ό,τι συνέβη στο Σαράγεβο, είδαν τα κτίρια της πόλης τους να γκρεμίζονται και στη θέση τους οι καπιταλιστές επενδυτές να υψώνουν malls.

Είδαν τον δημόσιο χώρο που επί εποχής Γιουγκοσλαβίας ήταν χώρος συνάντησης, αναψυχής και πολιτικών συζητήσεων να καταλαμβάνεται από τις πολυεθνικές και να εμπορευματοποιείται.

Με το πρότζεκτ Green Pavilion, οι δύο καλλιτέχνιδες επιδιώκουν να ανακτήσουν τον δημόσιο χώρο και να αναβιώσουν μνήμες των διάσημων Art Pavilions που υπήρχαν στην πόλη και που εκτός από χώροι τέχνης ήταν και χώροι όπου οι νέοι έδιναν τα ραντεβού τους.

«Με τη βοήθεια του Ινστιτούτου Γκέτε προσπαθήσαμε να επανακτήσουμε τον δημόσιο χώρο προς όφελος των κατοίκων», αναφέρει η Danijela και συνεχίζει δίνοντας το παράδειγμα των γνωστών χριστουγεννιάτικων εκδηλώσεων της Coca-Cola που καταλαμβάνουν τον δημόσιο χώρο και δεν μπορείς να περάσεις αν δεν πληρώσεις.

Κάτι αντίστοιχο με αυτό που γίνεται στην Τεχνόπολη στο Γκάζι τα Χριστούγεννα. Η ειρωνεία είναι ότι οι κάτοικοι του Σαράγεβο είναι μουσουλμάνοι.

«Παρότι είναι νωρίς για συμπεράσματα, οι άνθρωποι μας πλησιάζουν και εκθειάζουν την ιδέα για την ανακατάληψη του δημόσιου χώρου. Από αυτές τις πρώτες αυθόρμητες εκδηλώσεις των κατοίκων είμαστε σίγουρες ότι το Actopolis επιτέλεσε τον στόχο του», θα πουν η Danijela και η Armina.

Για την Τουρκία, τη χώρα πρώτης υποδοχής προσφύγων, το Actopolis έδωσε μια καταπληκτική ευκαιρία στους καλλιτέχνες να αναδείξουν το προσφυγικό.

Η Ayse Cavdar, δημοσιογράφος και ανθρωπολόγος, και ο Alper Sen, καλλιτέχνης ακτιβιστής, που γνωρίζει καλά την τέχνη του video, και οι δύο μέλη της κολεκτίβας καλλιτεχνών Artikisler, κατέγραψαν σε συγκλονιστικές εικόνες τα ίχνη του πολέμου, τη δυστυχία και τις αντιξοότητες των προσφύγων, τις κακές συνθήκες υποδοχής, τα κλειστά σύνορα και την άσκηση βίας.

Συγχρόνως όμως κατέγραψαν και το δίκτυο αλληλεγγύης το οποίο δημιουργείται μετά την άφιξη των προσφύγων στο εκάστοτε σημείο εγκατάστασης. Για πρώτη φορά μέσα από ένα καλλιτεχνικό πρόγραμμα μπορούν οι Ευρωπαίοι πολίτες να δουν ότι δεν είναι η Ευρώπη αυτή που δέχεται τις μεγαλύτερες ροές αλλά οι γειτονικές χώρες.

Η έρευνα των ακτιβιστών καλλιτεχνών ξεκινάει από το Κομπάνι, συνεχίζει μέσω του Σουρούκ, της Αγκυρας και της Κωνσταντινούπολης, περνάει στα ελληνικά νησιά, ταξιδεύει στην Αθήνα και τη Θεσσαλονίκη, διασχίζει τη βαλκανική οδό και καταλήγει στη Γερμανία που είναι και ο τελικός προορισμός των προσφύγων.

Η αρχιτεκτονική έχει και εδώ τον ρόλο της καθώς κτίρια επιστρατεύονται για τη διαμονή των προσφύγων σε όλη την έκταση της βαλκανικής διαδρομής. «Η αρχιτεκτονική γίνεται ένα συμβολικό εργαλείο για το πρότζεκτ», θα πει ο Alper Sen με αφορμή τις εικόνες ενός ορφανοτροφείου για ασυνόδευτα προσφυγόπουλα στη Θεσσαλονίκη.

Το θέμα της ασφάλειας και ο πανικός που έχει δημιουργηθεί στην τουρκική κοινωνία από την προσφυγική κρίση και φαίνεται να την αποσταθεροποιεί απασχολούν τους Τούρκους καλλιτέχνες που αναρωτιούνται: «Τελικά όμως τι είναι σταθερότητα; Στις πόλεις όπου δεν υπάρχουν πρόσφυγες υπάρχει μεγαλύτερος φόβος απ' ό,τι στις πόλεις που φιλοξενούν πρόσφυγες», θα πει η επιμελήτρια Pelin Tan.

Ενα συμπόσιο καλλιτεχνών όμως έχει και τις εκπλήξεις του, αφού οι καλλιτέχνες δεν εκφράζονται μόνο μέσω του λόγου. Ετσι, παρά τις προτροπές συναδέλφων για «αντίσταση», δεν μπόρεσα να μην ενδώσω στα κελεύσματα του Marko Pejovic και βρέθηκα δεμένη σε μια καρέκλα με μια χοντρή τριχιά που κράτησα για ενθύμιο.

Αλλος δεμένος, άλλος φιμωμένος και άλλος με κλειστά μάτια να βασίζεται στον διπλανό του για να τον οδηγήσει στον μπουφέ που μόλις άνοιγε, η επιμελήτρια των πρότζεκτ Actopolis Βελιγραδίου, Boba Mirjana Stojadinovic, πέτυχε τον σκοπό της. Μας έκανε να νιώσουμε πόσο ευάλωτοι είμαστε και πόσο ανάγκη έχουμε ο ένας τον άλλο για να πορευτούμε.

Οι Ελληνίδες επιμελήτριες του Actopolis της Αθήνας, Ελπίδα Καραμπά και Γλυκερία Σταθοπούλου, έκλεισαν το συμπόσιο με τον πλέον εντυπωσιακό τρόπο. Δύο αρχαιολόγοι-καλλιτέχνες, ο Ευθύμης Θέου και η Ηλέκτρα Αγγελοπούλου, έδωσαν μια παράσταση-διάλεξη χρησιμοποιώντας μεθοδολογίες από την αρχαιολογία, την εθνογραφία και τη χωρική θεωρία.

Ενα διαμέρισμα στο Λονδίνο, ένα κοινόβιο στο Βερολίνο και ένα αρχαιολογικό εύρημα (κατοικία) κάπου στην Ελλάδα ζωντανεύουν μπροστά στο κοινό με την αισθαντικότητα της ερμηνείας των καλλιτεχνών.

Τα ελληνικά γαργαλούν τα αυτιά του ακροατηρίου, ενώ το μεταφέρουν στην καθημερινότητα της οικογενειακής ζωής στην αρχαία Ελλάδα. Tα σπαστά γερμανικά του Ελληνα μετανάστη της κρίσης που ζει σε κοινόβιο, καθώς και το αυτοβιογραφικό υλικό των καλλιτεχνών που αποδίδεται στα αγγλικά, ανακατεύονται όλα μαζί και το παρελθόν συναντά το σήμερα μέσα από τις ζωές, τις πόλεις και τις γεωγραφικές περιοχές.

«Η Ελλάδα υπήρξε ανέκαθεν αντικείμενο ρομαντικών αφηγήσεων για την αρχαιότητα και το παρελθόν της. Σήμερα ξαναγίνεται αντικείμενο αφήγησης σε σχέση με την κρίση και τον Νότο. Με τη σημερινή παράσταση η οικογενειακή ζωή γίνεται το σημείο εκκίνησης για να δουλέψουμε πάνω στις ιδέες της κοινής διαβίωσης ως μύθου της λεγόμενης βιωσιμότητας και δημιουργικότητας στη νεοφιλελεύθερη κατάσταση», θα πει η Ελπίδα Καραμπά.

Το θερμό χειροκρότημα, τα δάκρυα στα μάτια των συνέδρων, η συγκίνηση και η περηφάνια που ένιωσα για την Ελλάδα που δεν έχει χαθεί, αφού η μαγιά υπάρχει στα πρόσωπα της Ελπίδας, της Γλυκερίας, του Ευθύμη και της Ηλέκτρας, δεν περιγράφονται με λέξεις. Θα κλείσω όμως με την τελευταία πρόταση της παράστασης, που όλοι οι σύνεδροι κρατήσαμε καλά στην καρδιά μας και στο μυαλό μας:
«Στο μέλλον κάποιοι θα ξέρουν για τη δική μας τύχη, εμείς τώρα μόνο εικασίες μπορούμε να κάνουμε».