Η ΠΟΙΗΣΗ ΤΟΥ JAN WAGNER
ΜΙΑ «ΜΑΓΕΙΑ ΣΕ ΔΕΥΤΕΡΟ ΕΠΙΠΕΔΟ»
Ο ποιητής Jan Wagner, που τιμήθηκε με το βραβείο «Büchner», συχνά περιγελάται από καθαρολόγους και επικρίνεται ως παρελθοντολάγνος. Αδίκως, πιστεύει ο ειδήμων περί ποίησης Michael Braun.
Οι αγαπημένοι των θεών περνάνε δύσκολα στη σύγχρονη λογοτεχνική σκηνή. Αυτό το βίωσε με τρόπο οδυνηρό ο ποιητής Durs Grünbein το 1995, όταν σε ηλικία μόλις 33 ετών τιμήθηκε με την υψηλότερη διάκριση στη γερμανική λογοτεχνία, το βραβείο «Georg Büchner». Πολλοί επικριτές έσπευσαν τότε να πάρουν θέση απαξιώνοντας τον βραβευμένο ποιητή ως λογοτεχνικά ασήμαντο.
Το καλοκαίρι του 2017 αυτό το «τελετουργικό» επαναλήφθηκε. Όταν το βραβείο «Büchner» απονεμήθηκε στον γεννημένο το 1971 Βερολινέζο ποιητή και μεταφραστή Jan Wagner, ανάμεσα στους ομοτέχνους του επικράτησε μια αισθητή γενική αμηχανία. Κανείς δεν παρασύρθηκε σε έναν αυθόρμητο ενθουσιασμό. Αντ’ αυτού ξεκίνησε μεγάλο σούσουρο μεταξύ των ποιητών – μια περίπτωση χρόνιας διάσπασης προσοχής. Ενώ οι κριτικοί λογοτεχνίας επαινούσαν τη βαθιά γνώση του βραβευθέντα σε ό,τι αφορά την παράδοση και τη φόρμα, στα κοινωνικά δίκτυα πολλοί ήταν εκείνοι που στιγμάτισαν το έργο του Wagner ως την επιτομή μιας αντιδραστικής αντίληψης της ποίησης και ενός υποτιθέμενου comeback του ύφους Μπήντερμαγιερ.
ΠΑΡΕΞΗΓΗΜΕΝΟΣ ΩΣ ΕΚΠΡΟΣΩΠΟΣ ΤΗΣ ΕΙΔΥΛΛΙΑΚΗΣ ΦΥΣΙΟΛΑΤΡΙΑΣ
Ο βαθύς γνώστης της φόρμας με τους «άψογους τρόπους έκφρασης» (κατά τον κριτικό λογοτεχνίας Denis Scheck), ο οποίος παράλληλα είναι και εξαιρετικός μεταφραστής εγγλέζικης και σκωτσέζικης ποίησης, κατηγορείται από το ίδιο του το σινάφι σαν μικρολόγος ρετρό ποιητής, επειδή του αρέσει να χρησιμοποιεί «σκηνικά αντικείμενα» εποχής. Επιπλέον, παρερμηνεύεται σαν εκπρόσωπος μιας ειδυλλιακής φυσιολατρίας, ο οποίος απαριθμεί με αλφαβητική σειρά όλα τα είδη της χλωρίδας και της πανίδας, από την ιτέα την αίγειο ως τον φίκο το στραγγαλιστή, και από την ενυδρίδα ως τη σαλαμάνδρα πρωτέα.Πριν από λίγο καιρό, ο Georg Diez, που αρθρογραφεί στο Der Spiegel, έστρεψε τα πυρά της κριτικής του στο ποίημα του Wagner das weidenkätzchen [«ιτέα η αίγειος»] και καταφέρθηκε ενάντια στο «πάθος της υπαίθρου», την «κιτς παρουσίαση της φύσης», τις πανταχού παρούσες χαριτωμένες εκφράσεις. Κι όλα αυτά, ενώ το ποίημα δεν είναι τίποτε άλλο παρά η περιγραφή ενός φρικτού θανάτου από ασφυξία. Οι τρυφερές εκφάνσεις της φύσης δεν είναι ποτέ καλλιτεχνικός αυτοσκοπός στην ποίηση του Wagner, αλλά συγκρούονται με τα βίαια δεδομένα μιας φονικής πραγματικότητας της ζωής.
ΑΙΝΙΓΜΑΤΙΚΗ ΑΝΤΙΦΩΝΙΑ
Σε κανένα στίχο του δεν βλέπουμε τον φρόνιμο παραδοσιολάτρη που παρουσιάζουν και χλευάζουν ορισμένοι. Αντίθετα, τα ποιήματά του είναι καλλιτεχνικές εκφάνσεις μιας βαθιάς γνώσης της φόρμας, με την οποία καταφέρνει να διερευνήσει με μεγάλη ακρίβεια τον πλούτο της παράδοσης αλλά και τη σαγήνη του παρόντος. «Πρόοδος είναι αυτό που κατορθώνει κανείς προσφεύγοντας στο παρελθόν» είπε κάποτε ο Wagner – και δοκίμασε το συγκεκριμένο μότο σε όλες τις ιστορικές μορφές της ποίησης.Αυτό φαίνεται και σε ένα ποίημά του από τη συλλογή Australien (2010), όπου παραθέτει στίχους του ποιητή εκκλησιαστικών ύμνων Paul Gerhardt. Σε ένα «παρηγορητικό τραγούδι» επικαλείται τον άνθρωπο που θέλησε να βοηθήσει απελπισμένα παντρεμένα ζευγάρια κάνοντας έκκληση στη βαθιά ευλάβειά τους. Ο Wagner μεταγράφει τον εκκλησιαστικό ύμνο του Gerhard σε ένα αινιγματικό αντιφωνικό τραγούδι, την ιστορία μεταμόρφωσης ενός Εγώ που –όπως στις Μεταμορφώσεις του Οβιδίου– παίρνει τη μορφή ενός δέντρου.
πάουλ γκέρχαρντ:
«ο άνδρας όμοιος με δένδρο γίνεται»
προτού βλαστήσει, έχει κιόλας το θρόισμα
των φύλλων στ’ αυτί. εκείνο το αιφνιδιαστι-
κό σκλήρισμα όταν μιλά. Όταν βαδί-
ζει το τρίξιμο εκείνο στις αρθρώσεις: κάθε βήμα
σα να λαχταρά το χώμα. τις νύχτες κάτω από φανοστάτες
πιάνει τον εαυτό του που από ίσκιους
με τα χέρια του φτιάχνει τυπογραφικά στοιχεία και σε τοίχους
γράφει των κοιμισμένων. σμήνη από κοράκια,
οι σκοτεινοί κύκλοι που διαγράφουν από πάνω του, τα παιδιά,
που απρόσκλητα στους ώμους του σκαρφαλώνουν
και κλέβουν μήλα. με μόνο ένα σακάκι από φλοιό
στέκει στο ύπαιθρο, όταν μια βροχή
το φθινόπωρο από τα τελευταία πράσινα φύλλα τον
γυμνώσει. έτσι αντρώνεται κόντρα στον καιρό εντός του.
Εδώ ο άντρας που παίρνει τη μορφή ενός δέντρου χάνει την αυτονομία του. Το ποίημα μας δίνει τη δυνατότητα να συμμετάσχουμε σε ένα γοητευτικό παράδοξο: Το βιολογικό ρίζωμα του Εγώ ταυτίζεται με τον ξεριζωμό του ως υποκειμένου. Πρόκειται για τη συναρπαστική εικόνα μιας μεταμόρφωσης, που χαρίζει στον άντρα νέες ιδιότητες όσο εκείνος αποκτά αυτοκυριαρχία. Την ίδια στιγμή, είναι η εικόνα του ξεριζωμού μιας φόρμας.
Στις 14 αράδες του ποιήματός του, ο Jan Wagner έχει κρύψει ένα σονέτο: δύο κουαρτέτα και δύο τερτσέτα, που έχουν αποδομηθεί και σε ένα μόνο σημείο πλέον προδίδουν ότι προέρχονται από ένα σονέτο, στη ρίμα «hände – wände» [εδώ «ίσκιους – τοίχους»]. Όπως παρατηρεί παρεμπιπτόντως ο Jan Wagner στον πιο πρόσφατο τόμο δοκιμίων του με τίτλο Der verschlossene Raum (2017) «η ποίηση είναι μαγεία σε δεύτερο επίπεδο». Και ο Jan Wagner διαθέτει το καταπληκτικό χάρισμα να δημιουργεί διαρκώς αυτή τη μαγεία σε δεύτερο επίπεδο, με τρόπο που κανένας άλλος σύγχρονος ποιητής δεν το καταφέρνει.
JAN WAGNER
Γεννήθηκε το 1971 στο Αμβούργο. Ζει στο Βερολίνο. Η πρώτη του ποιητική συλλογή με τίτλο Probebohrung im Himmel [«Δοκιμαστική διάτρηση στον ουρανό»] κυκλοφόρησε το 2001. Για το έργο του έχει διακριθεί πολλές φορές. Το 2005 έλαβε το βραβείο «Anna Seghers», το 2015 τιμήθηκε με το Βραβείο της Έκθεσης Βιβλίου της Λειψίας για τη συλλογή Regentonnenvariationen [«Παραλλαγές πάνω σε βαρέλια για τη βροχή»]. Το 2017 τού απονεμήθηκε το βραβείο «Georg Büchner». Ο Wagner εργάζεται παράλληλα ως κριτικός λογοτεχνίας και μεταφραστής από τα αγγλικά και είναι μέλος του Κέντρου PEN της πόλης Ντάρμστατ.