Εναρκτήρια ομιλία: Athens’ Polykatoikias 1930-1975. Formation of a Typology

 © Βάσω Παρασχή

Της Μυρτώ Κιούρτη

Χαίρομαι πολύ που βρίσκομαι σήμερα εδώ στα εγκαίνια αυτής της πολύ ενδιαφέρουσας έκθεσης με θέμα την Αθηναϊκή πολυκατοικία την οποία έχουν επιμεληθεί ο Killian Schmitz-Hubsh και ο Δημήτρης Κλεάνθης.

Η έκθεση βασίζεται στο βιβλίο που δημοσίευσε πρόσφατα ο Killian με εξαιρετικές φωτογραφίες του Δημήτρη. Το βιβλίο είχε πολύ μεγάλη επιτυχία και πρόσφατα επανεκδόθηκε. Μπορείτε να το προμηθευτείτε και σήμερα εδώ. Τα τελευταία χρόνια υπάρχει μεγάλο διεθνές ενδιαφέρον για την Αθηναϊκή πολυκατοικία. Το βιβλίο και η έκθεση συμβάλουν σε αυτή τη συζήτηση.

Αυτό που έχει ιδιαίτερο ενδιαφέρον στη δουλειά του Kilian είναι το ότι για πρώτη φορά νομίζω γίνεται μια τόσο συγκροτημένη προσπάθεια να μελετηθεί ο τρόπος με τον οποίο οι Έλληνες αρχιτέκτονες συνέβαλαν στην διαμόρφωση της σύγχρονης Αθήνας μέσω του μοντέλου της πολυκατοικίας και του συστήματος της αντιπαροχής.

Στην Ελλάδα θεωρούμε ότι οι Έλληνες αρχιτέκτονες δεν μπόρεσαν να επηρεάσουν το πώς εξελίχθηκε η σύγχρονη Αθήνα. Αυτό οφείλεται στο ότι οι Έλληνες αρχιτέκτονες δεν μπόρεσαν ποτέ να εφαρμόσουν στην Αθήνα μεγάλης κλίμακας πολεοδομικό σχεδιασμό ούτε μπόρεσαν να κατασκευάσουν μεγάλης κλίμακας συγκροτήματα κατοικιών όπως έκαναν οι συνάδελφοί τους σε άλλες μητροπόλεις της Ευρώπης και της Αμερικής.

Αυτή η συνθήκη θεωρείται προβληματική και πιστεύουμε πως  οφείλεται στο ότι στην Ελλάδα δεν έχουμε ένα ισχυρό κράτος το οποίο μπορεί να κάνει μεγάλης κλίμακας έργα στην πόλη.
Τα τελευταία χρόνια όμως η άποψη αυτή έχει αναθεωρηθεί.

Καταρχάς σημαντικοί ιστορικοί όπως ο Γιώργος Δερτιλής έχουν επισημάνει πως η μικρή ισχύς του Ελληνικού κράτους και η αδυναμία του να κάνει μεγάλης κλίμακας έργα μέσα στην πόλη οφείλεται σε ένα πολύ ενδιαφέρον καθεστώς που καθόρισε την σύγχρονη ελληνική κοινωνία: την μικρή γαιοκτησία.
Το ελληνικό κράτος ποτέ δεν απέκτησε τους μεγάλους κλήρους γης που κληρονόμησαν τα άλλα ευρωπαϊκά  κράτη από τα προγενέστερα φεουδαρχικά συστήματα.

Στην Ελλάδα η μικρή γαιοκτησία συνδέεται με την κατάλυση της Οθωμανικής αυτοκρατορίας.
Μετά την αποχώρηση των Οθωμανών, επικρατεί κενό εξουσίας στην χώρα. Οι Οθωμανοί γαιοκτήμονες φεύγουν και οι Έλληνες μικροκαλλιεργητές καταπατούν τη γη. Την ίδια εποχή καταφθάνουν στην χώρα Ευρωπαίοι με ριζοσπαστικές πολιτικές ιδέες που μαγνητίζονται από την Αθήνα λόγω του αρχαίου της παρελθόντος, ως λίκνου της δημοκρατίας.

Ακριβώς επειδή εδώ δεν υπάρχει ακόμα εδραιωμένη εξουσία εφαρμόζουν ριζοσπαστικές πολιτικές για την εδραίωση της φιλελεύθερης δημοκρατίας ως αντιπαράδειγμα στα απολυταρχικά καθεστώτα των άλλων Ευρωπαϊκών κρατών. Για παράδειγμα στην Ελλάδα καθιερώνεται η καθολική ψήφος για τους άνδρες το 1844. Στη Γαλλία αυτό επιτυγχάνεται τέσσερα χρόνια αργότερα το 1848, στην Γερμανία το 1871, στην Βρετανία το 1918 και στην Ιταλία το 1919.

 © Βάσω Παρασχή

Αυτές οι προοδευτικές πολιτικές συνδέονται με την διασπορά γαιοκτησίας και την εδραιώνουν.
Όπως όμως ξέρουμε διασπορά γαιοκτησίας σημαίνει διασπορά εξουσίας. Το ελληνικό κράτος δεν μπόρεσε ποτέ να κάνει μεγάλες παρεμβάσεις μέσα στην πόλη γιατί υπήρχε μεγάλη διασπορά γης και εξουσίας στους πολίτες.

Παράλληλα όμως φάνηκε ότι αυτές οι μεγάλες παρεμβάσεις που έκαναν τα ισχυρά κράτη στην πόλη  απέτυχαν. Τα μεγάλης κλίμακας μοντέρνα συγκροτήματα κατοικιών δεν αγαπήθηκαν από τον κόσμο, σταδιακά απαξιώθηκαν, οι γειτονιές ερήμωσαν, πολλά συγκροτήματα κατοικιών έγιναν γκέτο, αναπτύχθηκε μεγάλη εγκληματικότητα, διάσημα έργα μεγάλης κλίμακας τελικά κατεδαφίστηκαν, όπως πρόσφατα το συγκρότημα κατοικιών Robin Hood Gardens των Alison και Petern Smithson στο Λονδίνο.

Ο Kilian ξεκινά να μιλήσει για την Αθήνα και το κύτταρό της την ελληνική πολυκατοικία  έχοντας υπόψη του αυτή την κριτική στις μεγάλης κλίμακας παρεμβάσεις των αρχιτεκτόνων που απέτυχαν, όπως μας αναφέρει και στην εισαγωγή του βιβλίου του.

Η Αθήνα μπαίνει στο επίκεντρο των διεθνών συζητήσεων γιατί ακριβώς πολεοδομήθηκε με άλλον τρόπο και επειδή αναγνωρίζονται στην Αθήνα κάποια θετικά χαρακτηριστικά: ζωντάνια της πόλης όλες τις ώρες της μέρας, η ποικιλία των ερεθισμάτων, η Αθήνα δεν είναι μια μονότονη πόλη, η έντονη κοινωνικότητα που χαρακτηρίζει τη ζωή στην Αθήνα, η μείξη των κοινωνικών τάξεων, η αίσθηση ελευθερίας που νιώθει κανείς ζώντας στην Αθήνα όπως το περιγράφουν άνθρωποι που έχουν ζήσει και σε πόλεις εκτός Ελλάδας και ταυτόχρονα η αίσθηση ασφάλεια, η μικρή εγκληματικότητα σε σχέση με πόλεις της Ευρώπης και της Αμερικής.

Η Αθήνα κατασκευάστηκε με βάση το μοντέλο της αντιπαροχής. Ένας άνθρωπος είχε ένα οικόπεδο, και το σπίτι στο οποίο ζούσε. Ένας εργολάβος έκανε συμφωνία μαζί του, έπαιρνε το οικόπεδο, κατεδάφιζε το σπίτι και ξεκινούσε να χτίσει μια πολυκατοικία. Πουλούσε κάποια από τα διαμερίσματα από τα σχέδια σε ανθρώπους που θα έμεναν σε αυτά όταν θα ολοκληρωνόταν το κτίριο. Ο εργολάβος έδινε επίσης κάποια διαμερίσματα στον οικοπεδούχο ως πληρωμή για το οικόπεδο. Έτσι μπορούσε κανείς να ξεκινήσει να φτιάξει μια πολυκατοικία χωρίς μεγάλο κεφάλαιο. Οι ιδιοκτήτες συμμετείχαν οικονομικά στην κατασκευή της πολυκατοικίας. Ταυτόχρονα συμμετείχαν στον σχεδιασμό της πολυκατοικίας.

Πρόκειται για ένα εξαιρετικά αποτελεσματικό μοντέλο συμμετοχικού σχεδιασμού που εφαρμόζεται καθολικά στην Ελλάδα διαμορφώνοντας τις πόλεις ήδη από την δεκαετία του ’50. Στην Ευρώπη οι πρώτες δειλές προσπάθειες συμμετοχικού σχεδιασμού, με στοιχειώδη ερωτηματολόγια που απευθύνονταν σε εργάτες οι οποίοι θα κατοικούσαν στην συνέχεια σε τεράστια συγκροτήματα εργατικών κατοικιών κεντρικά σχεδιασμένα εμφανίζονται από την δεκαετία του ’70. Μέχρι σήμερα στην Ευρώπη και την Αμερική ο συμμετοχικός σχεδιασμός, η εμπλοκή των κατοίκων στον σχεδιασμό των σπιτιών τους  παραμένει μια εξαιρετικά περιορισμένη πρακτική.

Για να καταλάβουμε το βαθμό της συμμετοχής των κατοίκων στον αρχιτεκτονικό σχεδιασμό στην Ελλάδα δείτε με προσοχή ένα εξαιρετικό παράδειγμα στο βιβλίο. Πρόκειται για την πολυκατοικία του Ζενέτου στην Βασιλίσσης Αμαλίας. Δείτε την αρχική πρόταση του Ζενέτου και πώς κατασκευάστηκε τελικά το κτίριο. Η ανοιχτή κάτοψη που πρότεινε ο αρχιτέκτονας μετασχηματίστηκε σε ένα τελείως συμβατικό διαμέρισμα με αναρίθμητα δωμάτια και προθαλάμους.

Αυτή την παρέμβαση των πελατών στο έργο τους οι Έλληνες αρχιτέκτονες την έχουν βιώσει τραυματικά, ως συμβιβασμό και ως απόρριψη των ιδεών τους.

Στην πραγματικότητα όμως αν παρατηρήσουμε το πώς εξελίχθηκαν οι κατόψεις των πολυκατοικιών μέσα στα χρόνια όπως μας δείχνει ο Kilian θα δούμε ότι σταδιακά πολλές από τις πρωτοπόρες προτάσεις των αρχιτεκτόνων έγιναν σταδιακά αποδεκτές και εδραιώθηκαν, όπως η ανοιχτή κάτοψη και αντίστοιχα η ανοιχτή κουζίνα.

Υπάρχει όμως και ένα άλλο στοιχείο που αποδεικνύει την μεγάλη ισχύ που είχαν οι Έλληνες αρχιτέκτονες. Οι περισσότερες πολυκατοικίες της Αθήνας δεν χτίστηκαν από αρχιτέκτονες, αλλά από μηχανικούς άλλων ειδικοτήτων και εργολάβους. Έχει τρομερό ενδιαφέρον να παρατηρήσουμε ότι αυτά τα κτίρια ακολουθούν πιστά τα πρότυπα των αρχιτεκτόνων με μικρές παραλλαγές.

Αυτό που έχει τρομερό ενδιαφέρον είναι ότι τα οράματα των αρχιτεκτόνων για το τι σημαίνει μοντέρνα ζωή στην πόλη στην Αθήνα κέρδισαν την συντριπτική αποδοχή του κοινού.

Πρώτος ίσως ο Kenneth Frampton ισχυρίστηκε ότι η Αθήνα είναι η πλέον Μοντέρνα πόλη. Αντίθετα σε άλλες μητροπόλεις της Ευρώπης και της Αμερικής όπου οι αρχιτέκτονες απόλαυσαν μεγάλες συνθετικές ελευθερίες και σχεδίασαν τεράστια συγκροτήματα κατοικιών αγνοώντας τον κόσμο τα οράματά τους τελικά απέτυχαν και απορρίφθηκαν. Για παράδειγμα σήμερα το Λονδίνο χτίζεται σε συντριπτικό βαθμό σε ιστορικιστικό νεοβικτωριανό στυλ.

 © Βάσω Παρασχή

Οι αρχιτέκτονες εκτός Ελλάδας θεώρησαν ότι το πρόβλημα βρισκόταν στις μορφές του Μοντέρνου, και έτσι στράφηκαν στο Μεταμοντέρνο, στο προ-Μοντέρνο ή σε εξεζητημένες μορφολογικές αναζητήσεις που τις βλέπουμε χαρακτηριστικά σε νέες μητροπόλεις της Ασίας ή της Μέσης Ανατολής.

Το φαινόμενο της Ελληνικής πολυκατοικίας αποδεικνύει αντιθέτως ότι η  αφαίρεση που χαρακτηρίζει τις μορφές του Μοντέρνου, η απλή γεωμετρία, η λογική της επανάληψης ως αισθητική αξία, η απλότητα της οικοδομικής, κέρδισαν το κοινό, γιατί όλοι μπορούσαν να αντιγράψουν με λίγα χρήματα τα παραδείγματα των αρχιτεκτόνων. Έτσι στην Αθήνα κατακτήθηκε το κύριο διακύβευμα του Μοντέρνου: αξιοπρεπής κατοικία για όλους. Φθάνει και πάλι να συγκρίνουμε ένα τυπικό διαμέρισμα μιας Αθηναϊκής πολυκατοικίας με το διαμέρισμα που έχει σήμερα στο Λονδίνο ένας άνθρωπος αντίστοιχης κοινωνικής τάξης.

Μπορεί ο συγκεκριμένος τρόπος παραγωγής της πόλης να στέρησε από τους Έλληνες αρχιτέκτονες την ικανοποίηση που δίνουν στο Εγώ τα μεγάλης κλίμακας έργα, μπορεί εδώ τα έργα να ήταν μικρά, σεμνά και μονίμως τα σχέδια των αρχιτεκτόνων να παραποιούνταν κατά την εφαρμογή ματαιώνοντας τα αρχικά οράματα των δημιουργών τους. Μπορεί μεγάλα κομμάτια της πόλης να μην σχεδιάστηκαν από αρχιτέκτονες.

Όμως ως αντίτιμο της μάχης που δώσανε οι Έλληνες αρχιτέκτονες με τους αναρίθμητους πελάτες που έπρεπε να πείσουν για κάθε λεπτομέρεια που σχεδίαζαν, κέρδισαν κάτι ανεκτίμητο: την ευρεία αποδοχή από την Ελληνική κοινωνία σημαντικών αρχιτεκτονικών νεωτερισμών που διαμόρφωσαν τελικά με πολύ ενδιαφέροντα τρόπο την ζωή στην Αθήνα. Με την έρευνά του σήμερα ο Kilian φέρνει στο φως και ανταμείβει αυτή ακριβώς την προσπάθεια των Ελλήνων αρχιτεκτόνων.

Και θα κλείσω την εισήγησή μου αυτή λέγοντας ότι το φαινόμενο της Αθηναϊκής πολυκατοικίας αποδεικνύει και μια άλλη μεγαλειώδη σύλληψη των αρχιτεκτόνων στις αρχές του 20ού αιώνα, το ότι η πραγματική ομορφιά της πόλης έχει να κάνει με το πώς αυτή κατοικείται. Form follows function. Η Αθήνα λοιπόν είναι μια γοητευτική πόλη, για πολλούς όμορφη, όχι επειδή έχει ωραία κτίρια αλλά επειδή έχει ωραία ζωή.

Αυτό ακριβώς αποτυπώνει στις φωτογραφίες του ο Δημήτρης Κλεάνθης. Ο Δημήτρης είναι φωτογράφος αρχιτεκτονικής και ταυτόχρονα κοινωνικός επιστήμονας. Η δουλειά του, την οποία βλέπουμε στην έκθεση και το βιβλίο, πιστεύω πως είναι πρωτοποριακή. Είναι από τους ελάχιστους φωτογράφους αρχιτεκτονικής που τόσο συγκροτημένα και συνειδητά φωτογραφίζει σημαντικά αρχιτεκτονικά έργα προσπαθώντας να αναδείξει την ομορφιά των κτιρίων μέσα στην αληθινή ζωή της πόλης. Ο Δημήτρης επιχειρεί δηλαδή να αναδείξει την αρχιτεκτονική αξία αυτών των κτιρίων  ακριβώς επειδή αποτυπώνει το πόσο ποιητικά γράφει η ζωή των ανθρώπων πάνω τους.

 © Βάσω Παρασχή