Η σειρά εργαστηρίων και εκδηλώσεων «Engaged Scenography» (Ενεργή Σκηνογραφία) του Goethe-Institut Athen σε συνεργασία με το Γαλλικό Ινστιτούτο Ελλάδος πραγματοποιήθηκε από τις 17 Ιουνίου έως τις 5 Ιουλίου 2024 και είχε θέμα τη σύγχρονη σκηνογραφία, τις νέες προσεγ-γίσεις και τα ερωτήματα σχετικά με τη βιωσιμότητα στον σχεδιασμό σκηνικών. Οκτώ σκηνοθέτες/-ιδες από τον διεθνή χώρο του θεάτρου προσέφεραν σε σπουδαστές/-στριες και νέους/νέες καλλιτέχνες/-ιδες στα πεδία του χορού και του θεάτρου, αλλά και της αρχιτεκτονικής και του σχεδιασμού σκηνικών την ευκαιρία να διερευνήσουν από κοινού νέες μορφές καλλιτεχνικής έκφρασης στον αστικό χώρο.
Η Eva Behrendt, αρθρογράφος για θέματα θεάτρου και συντάκτρια στο θεατρικό περιοδικό Theater Heute, ήταν εκεί και παρουσιάζει τις εντυπώσεις της.
Σε μια σκηνή για πρόβες του έρημου, λόγω καλοκαιριού, Εθνικού Θεάτρου της Αθήνας, δώδεκα νεαρές γυναίκες και ένας άντρας κάθονται στο πάτωμα, μέσα σε νησίδες από παλιές οικογενειακές φωτογραφίες και αποκόμματα. Έπειτα από δύο θεραπευτικές σχεδόν ημέρες αυτοβιογραφικής δουλειάς με τον νέο Αλβανό σκηνοθέτη Μάριο Μπανούσι και τον σκηνογράφο του Σωτήρη Μελανό, οι συμμετέχουσες και ο συμμετέχων στο εργαστήριο έχουν απορροφηθεί σε αυτό που τους ζητήθηκε να κάνουν: να φτιάξουν σε ένα κομμάτι χαρτί τη σκηνή των προσωπικών τους αναμνήσεων. Αφού περνούν αρκετές ώρες σε μια ατμόσφαιρα συγκέντρωσης, παρουσιάζουν τα έργα τους δίνοντας κάποιες σύντομες επεξηγήσεις. Μια κοπέλα έχει φτιάξει ένα χάρτινο σινεμά και τραβάει αργά μια λωρίδα με φωτογραφίες μέσα από ένα λευκό παράθυρο: είναι η ανάμνησή της από μια μέρα του καλοκαιριού στο Βερολίνο.
«Engaged Scenography», «Ενεργή Σκηνογραφία» είναι ο τίτλος της σειράς εργαστηρίων και εκδηλώσεων που έχουν διοργανώσει το Goethe-Institut Athen και το Γαλλικό Ινστιτούτο της Ελλάδας. Η ελληνική πρωτεύουσα είναι μια σφύζουσα από ζωή θεατρούπολη με πλούσια παράδοση. Παράλληλα με το «Engaged Scenography», πραγματοποιείται το διεθνές Φεστιβάλ Αθηνών Επιδαύρου, στο πλαίσιο του οποίου εντάσσεται, για δεύτερη φορά, η πλατφόρμα grape – Greek Agora of Performance, όπου νέοι σκηνοθέτες όπως ο Μάριο Μπανούσι παρουσιάζουν τις δουλειές τους. Ο μόλις 24 χρονών ταλαντούχος σκηνοθέτης που εμφανίστηκε ξαφνικά στο ελληνικό θεατρικό στερέωμα έχει κιόλας περιοδεύσει ανά τη μισή υφήλιο με την αυτοβιογραφική τριλογία του «Ragada», «Goodbye, Lindita» και «Taverna Miresia: Mario, Bella, Anastasia». Στους απλούς, καθημερινούς, αλλά και μυστικιστικά φορτισμένους χώρους της μνήμης του –σε ένα λουτρό, στην ταβέρνα του πατέρα του–, η οικογενειακή ιστορία εκτυλίσσεται σαν ένα μαγικό τελετουργικό, σαν ένα θέατρο εικόνων, όπου ξαφνικά μπροστά από το πλυντήριο ρούχων βλέπεις ένα σιταροχώραφο με τα στάχια του να κυματίζουν.
Κατά κανόνα, ωστόσο, όπως παρατήρησε η Διευθύντρια Πολιτιστικών Προγραμμάτων του Goethe-Institut Stefanie Peter, η σκηνογραφία βρίσκεται μάλλον σπάνια στο επίκεντρο του ελληνικού θεάτρου. Συχνά, τα συγκριτικά πενιχρά οικονομικά μέσα δεν αφήνουν πολλά περιθώρια για την υλοποίηση φιλόδοξων ιδεών. Γι’ αυτό, αλλά και λόγω των νέων συζητήσεων για τη βιωσιμότητα, νέοι και νέες που δραστηριοποιούνται στον χώρο του χορού και του θεάτρου αλλά και φοιτητές/-τριες κυρίως της αρχιτεκτονικής και της σκηνογραφίας προσκλήθηκαν να πάρουν μέρους στα εργαστήρια οκτώ σκηνοθετών/-τριών. Ήδη από την επιλογή των προσκεκλημένων καλλιτεχνών/-ιδων, η Stefanie Peter και η ακόλουθος πολιτιστικής συνεργασίας στο Γαλλικό Ινστιτούτο Anouk Rigéade διασαφήνισαν ότι η σκηνογραφία δεν νοείται απλά ως η απεικόνιση μιας πλοκής ή ενός κειμένου στον χώρο, αλλά ως αυτόνομη τέχνη η οποία μπορεί να δώσει αποφασιστική ώθηση στη δραματουργία μιας παράστασης και, πάνω απ’ όλα, στα ίδια τα σώματα των εκτελεστών – και αντίστροφα. Όπως, για παράδειγμα, στις δουλειές της σκηνογράφου και εικαστικού Doris Dziersk, όπου αντικείμενα και στοιχεία της φύσης μπορούν να γίνουν πρωταγωνιστές μιας παράστασης. Η Dziersk χρησιμοποιεί, λόγου χάρη –μεταξύ άλλων, και στο εργαστήριο της Αθήνας– τον αέρα ως κεντρικό παράγοντα επί σκηνής. Κατασκευάζει αντικείμενα που αιωρούνται και δουλεύει με τα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά του αέρα στον χώρο και τον χρόνο.
Η πόλη ως σκηνή
Αντιστρόφως, το ενδιαφέρον για ορισμένες ενσώματες πρακτικές μπορεί να προκαθορίσει την κατεύθυνση που θα ακολουθήσει η σκηνογραφία. Έτσι, η σκηνοθέτιδα-χορογράφος από τη Βιέννη Florentina Holzinger και ο σκηνογράφος της Nikola Knezevic μάς προσκάλεσαν σε ένα εργαστήριο στο αθηναϊκό Skate Café «Latraac», έναν ήσυχο κήπο στην καρδιά του κέντρου της πόλης, στον οποίο κυριαρχεί μια ξύλινη ημικυλινδρική πίστα για σκέιτ. Μια τέτοια πίστα έπαιξε σημαντικό ρόλο στη σκηνοθεσία της όπερας «Sancta» ‒το πιο πρόσφατο έργο των Holzinger και Knezevic‒, επιλογή στην οποία οδήγησε το ενδιαφέρον της χορογράφου για τις ακροβατικές τεχνικές του σώματος και των κασκαντέρ. Προκειμένου η Holzinger να διερευνήσει ακραίες πρακτικές, όπως η ελεύθερη κατάδυση ή το body suspension, o Knezevic βρίσκει λύσεις κατάλληλες για τη σκηνή, όπως ενυδρεία ή τοίχους αναρρίχησης. Με έργα ανεξάρτητης παραγωγής η Holzinger βγαίνει, όμως, και στον χώρο της πόλης, εκεί όπου έφηβοι και έφηβες αναπτύσσουν είδη σπορ και lifestyle της ποπ κουλτούρας όπως το parcour ή το σκέιτινγκ, και σκηνοθετεί σε χώρους πάρκινγκ και σε εργοτάξια.
Τον χώρο της πόλης ως πηγή έμπνευσης για τις ιδιάζουσας ομορφιάς περφόρμανς-εγκαταστάσεις της χρησιμοποιεί και η Ελληνίδα καλλιτέχνιδα Νεφέλη Παπαδημούλη, που κινείται μεταξύ Αθήνας και Παρισιού, αρχιτεκτονικής και πολιτισμού. Επιλέγει μορφολογικά και χρωματικά στοιχεία του αρχιτεκτονικού περιβάλλοντος, τα μεταφέρει σε υφασμάτινα μοτίβα, τα οποία γίνονται σημαίες, γλυπτά που λειτουργούν ως δεύτερο δέρμα, χώροι καμωμένοι από ύφασμα και βρίσκονται σε έναν ιδιόμορφο διάλογο με τα τσιμεντένια και πέτρινα τοπία –όπως, για παράδειγμα, στην παρουσίαση των συμμετεχουσών του εργαστηρίου της στην ταράτσα του Γαλλικού Ινστιτούτου, κατά τη δύση του ηλίου.
Προβλήματα βιωσιμότητας
«Τι σημαίνει σκηνογραφία σήμερα;». Απαντήσεις στο ερώτημα με το βλέμμα στο μέλλον προσπάθησαν να δώσουν καλλιτέχνες και καλλιτέχνιδες στο Γαλλικό Ινστιτούτου, στα μέσα του διαστήματος που πραγματοποιήθηκαν οι εκδηλώσεις του «Engaged Scenography». Ο Γάλλος σκηνοθέτης Samuel Valensi αναφέρει πρώτα απ’ όλα το ταξίδι του για την Αθήνα με τρένο, λεωφορείο και πλοίο: Από τη μια μεριά, τα χαμηλών εκπομπών άνθρακα ταξίδια χωρίς αεροπλάνο διαρκούν περισσότερο, από την άλλη όμως ο ίδιος, όπως είπε, γνώρισε καθ’ οδόν πολλούς ενδιαφέροντες ανθρώπους και έκανε καινούργιες γνωριμίες. Όλη η επιχειρηματολογία του Valensi είναι ως επί το πλείστον αυτή ενός ακτιβιστή. Φιλικές προς το κλίμα αποφάσεις θα ήταν πιθανότερο να λαμβάνονται, λέει, εάν οι ήρωες της ποπ κουλτούρας ή οι πρωταγωνιστές/-ίστριες των μυθοπλαστικών αφηγήσεων στον κινηματογράφο και το θέατρο έδιναν το καλό παράδειγμα: «Nous sommes des animaux mimétiques» («Είμαστε ζώα μιμητικά»). Πέρα από αυτό, μιλά υπέρ μιας ηθικής τέχνης, στην οποία η παραγωγή και η αναπαράσταση έχουν συνάφεια, η βιωσιμότητα δηλαδή δεν εξαγγέλλεται μόνο αλλά εφαρμόζεται στην πράξη. Ωστόσο, η πρώτη κιόλας παρατήρηση που έγινε από το κοινό ήταν για το τραγικό σιδηροδρομικό δυστύχημα το 2023 στην Ελλάδα, στο οποίο 57 άνθρωποι έχασαν τη ζωή τους.
Ο Έλληνας καλλιτέχνης Αντώνης Βολανάκης, πάλι, έχει μια πολύ ελεύθερη θεώρηση για το τι μπορεί να είναι η σκηνογραφία:Με τον Joseph Beuys θα μπορούσε κανείς να μιλήσει για τη σκηνή ως ένα κοινωνικό και επιτελεστικό γλυπτό. Ο Βολανάκης, που αυτοπροσδιορίζεται ως «host servant» («φιλοξενούμενος υπηρέτης») και «performative social weaver» («επιτελεστικός κοινωνικός υφαντής»), δημιουργεί τις προϋποθέσεις για καλλιτεχνικές συναντήσεις με ειδικούς της καθημερινότητας, όπου παραδοσιακές πολιτιστικές τεχνικές όπως το ψήσιμο, η ύφανση, το μαγείρεμα αντιμετωπίζονται ως πλαστικές τέχνες και τοποθετούνται στα συμφραζόμενα της αρχαίας μυθολογίας. Για τον σκοπό αυτό, επισκέπτεται κυρίως ιδιωτικούς και ημι-ιδιωτικούς χώρους. Η σκηνογραφία προκύπτει από το περιβάλλον των ειδικών, με τους οποίους και τις οποίες συνεργάζεται. Το καδράρισμα καθημερινών χώρων για τις ανάγκες μιας θεατρικής σκηνής έχει τη δική του παράδοση η οποία συνδέεται στενά με μορφές του θεάτρου τεκμηρίωσης και των site specific περφόρμανς: Επιτρέπει στο κοινό μια διαφορετική αντίληψη της πραγματικότητας.
Μια εντελώς πρακτική προσέγγιση διάλεξε αντίθετα ο σκηνογράφος Ralph Zeger και σκιαγράφησε πολλές μικρές προσπάθειες στην Ένωση Σκηνογράφων και τη Γερμανική Εταιρεία Θεατρικής Τεχνικής (DTHG, Deutsche Theatertechnische Gesellschaft). Στόχος του είναι να δημιουργήσει τις βάσεις για μια βιώσιμη παραγωγή στον γερμανικό χώρο του θεάτρου, κυρίως μέσω της ψηφιοποίησης και των δικτύων, που επιτρέπουν την ανακύκλωση υλικών και την κυκλική οικονομία. Στην παρουσίασή του, έγινε σαφές πόσο επηρεάζει η οργάνωση του θεάτρου την ίδια την τέχνη. Το γερμανικό θέατρο συνόλου και ρεπερτορίου έχει μεν προχωρήσει σε περικοπές με γνώμονα την αποδοτικότητα, αλλά πολύ γρήγορα συναντά τα όριά του όταν παρουσιαστούν πρόσθετες απαιτήσεις, ας πούμε αν χρειαστεί να αποθηκευτούν περισσότερα υλικά ή εάν στον σύντομο χρόνο που διατίθεται για πρόβες δεν μπορούν να διερευνηθούν ή να πληρωθούν βιώσιμες εναλλακτικές.
Ο ρόλος του σώματος
Υπό αυτή την έννοια, σκηνοθέτες και σκηνοθέτιδες εκτός των δημοτικών και κρατικών θεατρικών οργανισμών, είτε παρά είτε λόγω των περιορισμένων πόρων και υποδομών, είναι τελικά πιο ελεύθεροι και καλούνται να αυτοσχεδιάσουν. Το γεγονός ότι και σε αυτές τις συνθήκες μπορεί να υπάρξουν εντυπωσιακά καλλιτεχνικά επιτεύγματα το απέδειξε η χορευτική περφόρμανς της Nadia Beugré, με τίτλο «Quartiers libres», η οποία δεν χρησιμοποίησε παρά σακούλες σκουπιδιών και πλαστικά μπουκάλια ως σκηνικά αντικείμενα. Η χορογράφος από την Ακτή του Ελεφαντοστού που μαθήτευσε στη Σενεγάλη κοντά στη Mathilde Monnier, περιοδεύει με αυτή την αρχικά σόλο παράσταση από το 2012. Η Beugré, που έχει πάρει μέρος και σε αρκετές παραγωγές της ομάδας Gintersdorfer-Klaßen, συνεργάζεται στο αθηναϊκό εργαστήριο με πέντε νέες και μεγαλύτερης ηλικίας γυναίκες, επαγγελματίες και φοιτήτριες. Στο Πάρκο Ελευθερίας, όπου το 2017 η documenta 14 χρησιμοποίησε για να στεγάσει τα κεντρικά γραφεία της μια πλούσια σε ιστορία έπαυλη, η Beugré και οι συναγωνίστριές της παρουσιάζουν, μια ζεστή βραδιά του καλοκαιριού, τη δική τους εκδοχή του «Quartiers libres».
Η περφόρμανς ξεκινά έξω, στο προαύλιο της έπαυλης. Οι γυναίκες κρατούν μεγάλες μαύρες σακούλες σκουπιδιών σαν μαντίλες γύρω από το κεφάλι ή σαν φούστες γύρω από τους γοφούς, τυλίγονται στο πλαστικό, καλούν το κοινό με χειρονομίες να τις βοηθήσει. Έπειτα από λίγο, η δράση μεταφέρεται μέσα στην έπαυλη: στον λευκό χώρο μιας γκαλερί όπου υπάρχουν γλυπτά από άδεια πλαστικά μπουκάλια. Οι γυναίκες τραγουδούν ένα ελληνικό δημοτικό τραγούδι, συνεχίζουν να κουνούν τις σακούλες σκουπιδιών, να τις τινάζουν στον αέρα, ρυθμικά, όλο και πιο έντονα, θαρρείς και θέλουν να διώξουν μακριά κάποια πνεύματα. Στο τέλος, βάζουν τις σακούλες στο στόμα τους, σχεδόν πνίγονται. Τώρα, εμφανίζεται και η ίδια η Nadia Beugré, πιάνει ένα από τα γλυπτά που έχουν φιλοτεχνηθεί με πλαστικά μπουκάλια και που αποκαλύπτεται πως είναι πουκάμισα άκαμπτα σαν πανοπλίες, μέσα στα οποία μπορούν να γλιστρήσουν οι χορεύτριες. Έξω πάλι, στο προαύλιο, η Beugré παίρνει φόρα και πέφτει κάτω – τα πλαστικά μπουκάλια απορροφούν τους κραδασμούς της πτώσης της και πετάγονται με θόρυβο προς όλες τις κατευθύνσεις. Αργότερα, η Nadia Beugré εξηγεί ότι το έργο «Quartiers libres» πραγματεύεται την υιοθέτηση μιας πλαστικής ταυτότητας και την απαλλαγή από αυτήν, γνωρίσματα που αποδίδονται από τρίτους και τραύματα τα οποία οικειοποιείται κανείς αλλά μπορεί να αποβάλει. Εν τέλει, το σώμα είναι το σκηνογραφικό κέντρο, το «Quartier libre», που καλούμαστε να κατακτήσουμε.
Η συντάκτρια του κειμένου Eva Behrendt αρθρογραφεί στο εξειδικευμένο περιοδικό Theater heute και είναι σύμβουλος σε θέματα θεάτρου και χορού. Αυτή την περίοδο, είναι μέλος της κριτικής επιτροπής του φεστιβάλ θεάτρου Berliner Theatertreffen.
Η Eva Behrendt, αρθρογράφος για θέματα θεάτρου και συντάκτρια στο θεατρικό περιοδικό Theater Heute, ήταν εκεί και παρουσιάζει τις εντυπώσεις της.
«Engaged Scenography», «Ενεργή Σκηνογραφία» είναι ο τίτλος της σειράς εργαστηρίων και εκδηλώσεων που έχουν διοργανώσει το Goethe-Institut Athen και το Γαλλικό Ινστιτούτο της Ελλάδας. Η ελληνική πρωτεύουσα είναι μια σφύζουσα από ζωή θεατρούπολη με πλούσια παράδοση. Παράλληλα με το «Engaged Scenography», πραγματοποιείται το διεθνές Φεστιβάλ Αθηνών Επιδαύρου, στο πλαίσιο του οποίου εντάσσεται, για δεύτερη φορά, η πλατφόρμα grape – Greek Agora of Performance, όπου νέοι σκηνοθέτες όπως ο Μάριο Μπανούσι παρουσιάζουν τις δουλειές τους. Ο μόλις 24 χρονών ταλαντούχος σκηνοθέτης που εμφανίστηκε ξαφνικά στο ελληνικό θεατρικό στερέωμα έχει κιόλας περιοδεύσει ανά τη μισή υφήλιο με την αυτοβιογραφική τριλογία του «Ragada», «Goodbye, Lindita» και «Taverna Miresia: Mario, Bella, Anastasia». Στους απλούς, καθημερινούς, αλλά και μυστικιστικά φορτισμένους χώρους της μνήμης του –σε ένα λουτρό, στην ταβέρνα του πατέρα του–, η οικογενειακή ιστορία εκτυλίσσεται σαν ένα μαγικό τελετουργικό, σαν ένα θέατρο εικόνων, όπου ξαφνικά μπροστά από το πλυντήριο ρούχων βλέπεις ένα σιταροχώραφο με τα στάχια του να κυματίζουν.
Κατά κανόνα, ωστόσο, όπως παρατήρησε η Διευθύντρια Πολιτιστικών Προγραμμάτων του Goethe-Institut Stefanie Peter, η σκηνογραφία βρίσκεται μάλλον σπάνια στο επίκεντρο του ελληνικού θεάτρου. Συχνά, τα συγκριτικά πενιχρά οικονομικά μέσα δεν αφήνουν πολλά περιθώρια για την υλοποίηση φιλόδοξων ιδεών. Γι’ αυτό, αλλά και λόγω των νέων συζητήσεων για τη βιωσιμότητα, νέοι και νέες που δραστηριοποιούνται στον χώρο του χορού και του θεάτρου αλλά και φοιτητές/-τριες κυρίως της αρχιτεκτονικής και της σκηνογραφίας προσκλήθηκαν να πάρουν μέρους στα εργαστήρια οκτώ σκηνοθετών/-τριών. Ήδη από την επιλογή των προσκεκλημένων καλλιτεχνών/-ιδων, η Stefanie Peter και η ακόλουθος πολιτιστικής συνεργασίας στο Γαλλικό Ινστιτούτο Anouk Rigéade διασαφήνισαν ότι η σκηνογραφία δεν νοείται απλά ως η απεικόνιση μιας πλοκής ή ενός κειμένου στον χώρο, αλλά ως αυτόνομη τέχνη η οποία μπορεί να δώσει αποφασιστική ώθηση στη δραματουργία μιας παράστασης και, πάνω απ’ όλα, στα ίδια τα σώματα των εκτελεστών – και αντίστροφα. Όπως, για παράδειγμα, στις δουλειές της σκηνογράφου και εικαστικού Doris Dziersk, όπου αντικείμενα και στοιχεία της φύσης μπορούν να γίνουν πρωταγωνιστές μιας παράστασης. Η Dziersk χρησιμοποιεί, λόγου χάρη –μεταξύ άλλων, και στο εργαστήριο της Αθήνας– τον αέρα ως κεντρικό παράγοντα επί σκηνής. Κατασκευάζει αντικείμενα που αιωρούνται και δουλεύει με τα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά του αέρα στον χώρο και τον χρόνο.
Η πόλη ως σκηνή
Αντιστρόφως, το ενδιαφέρον για ορισμένες ενσώματες πρακτικές μπορεί να προκαθορίσει την κατεύθυνση που θα ακολουθήσει η σκηνογραφία. Έτσι, η σκηνοθέτιδα-χορογράφος από τη Βιέννη Florentina Holzinger και ο σκηνογράφος της Nikola Knezevic μάς προσκάλεσαν σε ένα εργαστήριο στο αθηναϊκό Skate Café «Latraac», έναν ήσυχο κήπο στην καρδιά του κέντρου της πόλης, στον οποίο κυριαρχεί μια ξύλινη ημικυλινδρική πίστα για σκέιτ. Μια τέτοια πίστα έπαιξε σημαντικό ρόλο στη σκηνοθεσία της όπερας «Sancta» ‒το πιο πρόσφατο έργο των Holzinger και Knezevic‒, επιλογή στην οποία οδήγησε το ενδιαφέρον της χορογράφου για τις ακροβατικές τεχνικές του σώματος και των κασκαντέρ. Προκειμένου η Holzinger να διερευνήσει ακραίες πρακτικές, όπως η ελεύθερη κατάδυση ή το body suspension, o Knezevic βρίσκει λύσεις κατάλληλες για τη σκηνή, όπως ενυδρεία ή τοίχους αναρρίχησης. Με έργα ανεξάρτητης παραγωγής η Holzinger βγαίνει, όμως, και στον χώρο της πόλης, εκεί όπου έφηβοι και έφηβες αναπτύσσουν είδη σπορ και lifestyle της ποπ κουλτούρας όπως το parcour ή το σκέιτινγκ, και σκηνοθετεί σε χώρους πάρκινγκ και σε εργοτάξια.
Τον χώρο της πόλης ως πηγή έμπνευσης για τις ιδιάζουσας ομορφιάς περφόρμανς-εγκαταστάσεις της χρησιμοποιεί και η Ελληνίδα καλλιτέχνιδα Νεφέλη Παπαδημούλη, που κινείται μεταξύ Αθήνας και Παρισιού, αρχιτεκτονικής και πολιτισμού. Επιλέγει μορφολογικά και χρωματικά στοιχεία του αρχιτεκτονικού περιβάλλοντος, τα μεταφέρει σε υφασμάτινα μοτίβα, τα οποία γίνονται σημαίες, γλυπτά που λειτουργούν ως δεύτερο δέρμα, χώροι καμωμένοι από ύφασμα και βρίσκονται σε έναν ιδιόμορφο διάλογο με τα τσιμεντένια και πέτρινα τοπία –όπως, για παράδειγμα, στην παρουσίαση των συμμετεχουσών του εργαστηρίου της στην ταράτσα του Γαλλικού Ινστιτούτου, κατά τη δύση του ηλίου.
«Τι σημαίνει σκηνογραφία σήμερα;». Απαντήσεις στο ερώτημα με το βλέμμα στο μέλλον προσπάθησαν να δώσουν καλλιτέχνες και καλλιτέχνιδες στο Γαλλικό Ινστιτούτου, στα μέσα του διαστήματος που πραγματοποιήθηκαν οι εκδηλώσεις του «Engaged Scenography». Ο Γάλλος σκηνοθέτης Samuel Valensi αναφέρει πρώτα απ’ όλα το ταξίδι του για την Αθήνα με τρένο, λεωφορείο και πλοίο: Από τη μια μεριά, τα χαμηλών εκπομπών άνθρακα ταξίδια χωρίς αεροπλάνο διαρκούν περισσότερο, από την άλλη όμως ο ίδιος, όπως είπε, γνώρισε καθ’ οδόν πολλούς ενδιαφέροντες ανθρώπους και έκανε καινούργιες γνωριμίες. Όλη η επιχειρηματολογία του Valensi είναι ως επί το πλείστον αυτή ενός ακτιβιστή. Φιλικές προς το κλίμα αποφάσεις θα ήταν πιθανότερο να λαμβάνονται, λέει, εάν οι ήρωες της ποπ κουλτούρας ή οι πρωταγωνιστές/-ίστριες των μυθοπλαστικών αφηγήσεων στον κινηματογράφο και το θέατρο έδιναν το καλό παράδειγμα: «Nous sommes des animaux mimétiques» («Είμαστε ζώα μιμητικά»). Πέρα από αυτό, μιλά υπέρ μιας ηθικής τέχνης, στην οποία η παραγωγή και η αναπαράσταση έχουν συνάφεια, η βιωσιμότητα δηλαδή δεν εξαγγέλλεται μόνο αλλά εφαρμόζεται στην πράξη. Ωστόσο, η πρώτη κιόλας παρατήρηση που έγινε από το κοινό ήταν για το τραγικό σιδηροδρομικό δυστύχημα το 2023 στην Ελλάδα, στο οποίο 57 άνθρωποι έχασαν τη ζωή τους.
Ο Έλληνας καλλιτέχνης Αντώνης Βολανάκης, πάλι, έχει μια πολύ ελεύθερη θεώρηση για το τι μπορεί να είναι η σκηνογραφία:Με τον Joseph Beuys θα μπορούσε κανείς να μιλήσει για τη σκηνή ως ένα κοινωνικό και επιτελεστικό γλυπτό. Ο Βολανάκης, που αυτοπροσδιορίζεται ως «host servant» («φιλοξενούμενος υπηρέτης») και «performative social weaver» («επιτελεστικός κοινωνικός υφαντής»), δημιουργεί τις προϋποθέσεις για καλλιτεχνικές συναντήσεις με ειδικούς της καθημερινότητας, όπου παραδοσιακές πολιτιστικές τεχνικές όπως το ψήσιμο, η ύφανση, το μαγείρεμα αντιμετωπίζονται ως πλαστικές τέχνες και τοποθετούνται στα συμφραζόμενα της αρχαίας μυθολογίας. Για τον σκοπό αυτό, επισκέπτεται κυρίως ιδιωτικούς και ημι-ιδιωτικούς χώρους. Η σκηνογραφία προκύπτει από το περιβάλλον των ειδικών, με τους οποίους και τις οποίες συνεργάζεται. Το καδράρισμα καθημερινών χώρων για τις ανάγκες μιας θεατρικής σκηνής έχει τη δική του παράδοση η οποία συνδέεται στενά με μορφές του θεάτρου τεκμηρίωσης και των site specific περφόρμανς: Επιτρέπει στο κοινό μια διαφορετική αντίληψη της πραγματικότητας.
Μια εντελώς πρακτική προσέγγιση διάλεξε αντίθετα ο σκηνογράφος Ralph Zeger και σκιαγράφησε πολλές μικρές προσπάθειες στην Ένωση Σκηνογράφων και τη Γερμανική Εταιρεία Θεατρικής Τεχνικής (DTHG, Deutsche Theatertechnische Gesellschaft). Στόχος του είναι να δημιουργήσει τις βάσεις για μια βιώσιμη παραγωγή στον γερμανικό χώρο του θεάτρου, κυρίως μέσω της ψηφιοποίησης και των δικτύων, που επιτρέπουν την ανακύκλωση υλικών και την κυκλική οικονομία. Στην παρουσίασή του, έγινε σαφές πόσο επηρεάζει η οργάνωση του θεάτρου την ίδια την τέχνη. Το γερμανικό θέατρο συνόλου και ρεπερτορίου έχει μεν προχωρήσει σε περικοπές με γνώμονα την αποδοτικότητα, αλλά πολύ γρήγορα συναντά τα όριά του όταν παρουσιαστούν πρόσθετες απαιτήσεις, ας πούμε αν χρειαστεί να αποθηκευτούν περισσότερα υλικά ή εάν στον σύντομο χρόνο που διατίθεται για πρόβες δεν μπορούν να διερευνηθούν ή να πληρωθούν βιώσιμες εναλλακτικές.
Υπό αυτή την έννοια, σκηνοθέτες και σκηνοθέτιδες εκτός των δημοτικών και κρατικών θεατρικών οργανισμών, είτε παρά είτε λόγω των περιορισμένων πόρων και υποδομών, είναι τελικά πιο ελεύθεροι και καλούνται να αυτοσχεδιάσουν. Το γεγονός ότι και σε αυτές τις συνθήκες μπορεί να υπάρξουν εντυπωσιακά καλλιτεχνικά επιτεύγματα το απέδειξε η χορευτική περφόρμανς της Nadia Beugré, με τίτλο «Quartiers libres», η οποία δεν χρησιμοποίησε παρά σακούλες σκουπιδιών και πλαστικά μπουκάλια ως σκηνικά αντικείμενα. Η χορογράφος από την Ακτή του Ελεφαντοστού που μαθήτευσε στη Σενεγάλη κοντά στη Mathilde Monnier, περιοδεύει με αυτή την αρχικά σόλο παράσταση από το 2012. Η Beugré, που έχει πάρει μέρος και σε αρκετές παραγωγές της ομάδας Gintersdorfer-Klaßen, συνεργάζεται στο αθηναϊκό εργαστήριο με πέντε νέες και μεγαλύτερης ηλικίας γυναίκες, επαγγελματίες και φοιτήτριες. Στο Πάρκο Ελευθερίας, όπου το 2017 η documenta 14 χρησιμοποίησε για να στεγάσει τα κεντρικά γραφεία της μια πλούσια σε ιστορία έπαυλη, η Beugré και οι συναγωνίστριές της παρουσιάζουν, μια ζεστή βραδιά του καλοκαιριού, τη δική τους εκδοχή του «Quartiers libres».
Η περφόρμανς ξεκινά έξω, στο προαύλιο της έπαυλης. Οι γυναίκες κρατούν μεγάλες μαύρες σακούλες σκουπιδιών σαν μαντίλες γύρω από το κεφάλι ή σαν φούστες γύρω από τους γοφούς, τυλίγονται στο πλαστικό, καλούν το κοινό με χειρονομίες να τις βοηθήσει. Έπειτα από λίγο, η δράση μεταφέρεται μέσα στην έπαυλη: στον λευκό χώρο μιας γκαλερί όπου υπάρχουν γλυπτά από άδεια πλαστικά μπουκάλια. Οι γυναίκες τραγουδούν ένα ελληνικό δημοτικό τραγούδι, συνεχίζουν να κουνούν τις σακούλες σκουπιδιών, να τις τινάζουν στον αέρα, ρυθμικά, όλο και πιο έντονα, θαρρείς και θέλουν να διώξουν μακριά κάποια πνεύματα. Στο τέλος, βάζουν τις σακούλες στο στόμα τους, σχεδόν πνίγονται. Τώρα, εμφανίζεται και η ίδια η Nadia Beugré, πιάνει ένα από τα γλυπτά που έχουν φιλοτεχνηθεί με πλαστικά μπουκάλια και που αποκαλύπτεται πως είναι πουκάμισα άκαμπτα σαν πανοπλίες, μέσα στα οποία μπορούν να γλιστρήσουν οι χορεύτριες. Έξω πάλι, στο προαύλιο, η Beugré παίρνει φόρα και πέφτει κάτω – τα πλαστικά μπουκάλια απορροφούν τους κραδασμούς της πτώσης της και πετάγονται με θόρυβο προς όλες τις κατευθύνσεις. Αργότερα, η Nadia Beugré εξηγεί ότι το έργο «Quartiers libres» πραγματεύεται την υιοθέτηση μιας πλαστικής ταυτότητας και την απαλλαγή από αυτήν, γνωρίσματα που αποδίδονται από τρίτους και τραύματα τα οποία οικειοποιείται κανείς αλλά μπορεί να αποβάλει. Εν τέλει, το σώμα είναι το σκηνογραφικό κέντρο, το «Quartier libre», που καλούμαστε να κατακτήσουμε.
Η συντάκτρια του κειμένου Eva Behrendt αρθρογραφεί στο εξειδικευμένο περιοδικό Theater heute και είναι σύμβουλος σε θέματα θεάτρου και χορού. Αυτή την περίοδο, είναι μέλος της κριτικής επιτροπής του φεστιβάλ θεάτρου Berliner Theatertreffen.