Μνήμες
Ελληνική μουσική στο Γκέρλιτς το 1917
Εκατό χρόνια ολοκληρώνονται φέτος από την έναρξη του Πρώτου Παγκοσμίου Πολέμου, στον οποίο η Ελλάδα ενεπλάκη με καθυστέρηση και κυρίως μέσα στην παραζάλη του εθνικού διχασμού. Η επέτειος μας θυμίζει μια μισοξεχασμένη ιστορία, τους Έλληνες στρατιώτες που οικειοθελώς κατέφυγαν τότε στη Γερμανία και έζησαν για ένα διάστημα στο Γκέρλιτς. Πόσο μάλλον που το Goethe-Institut στην Αθήνα μας υπενθύμισε ότι στους Έλληνες του Γκέρλιτς ανάγεται η πρώτη ηχογράφηση μπουζουκιού. Η Μαρία Ρηγούτσου ακολούθησε αυτό το νήμα και ανακάλυψε έναν καλά κρυμμένο θησαυρό.
«Προνομιακή» αιχμαλωσία
Αλλά ας πάρουμε τα πράγματα με τη σειρά. Το Σεπτέμβριο του 1916, δυο χρόνια μετά την έκρηξη του A´Παγκοσμίου Πολέμου, περίπου 7.000 Έλληνες στρατιώτες από το Δ´ Σώμα Στρατού μεταφέρθηκαν μετά από αίτημά τους στο Γκέρλιτς, μια μικρή ειδυλλιακή πόλη στα σημερινά γερμανοπολωνικά σύνορα. Την εποχή εκείνη είχε κατακτηθεί η Ανατολική Μακεδονία από τους Βούλγαρους που ήταν σύμμαχοι των Γερμανών. Για να μην πέσουν αιχμάλωτοι οι Έλληνες στρατιώτες στα χέρια των Βουλγάρων αλλά και για να μην συνεργαστούν με τις βενιζελικές δυνάμεις προτίμησαν να ζητήσουν «φιλοξενία» από την ίδια τη Γερμανία. Η Ελλάδα ήταν τότε διχασμένη σε βασιλικούς και βενιζελικούς. Ο βασιλιάς Κωνσταντίνος ήταν παντρεμένος με την Σοφία από την Πρωσία, αδελφή του Αυτοκράτορα Γουλιέλμου Β´ και η συμπάθειά του στη Γερμανία ήταν δεδηλωμένη.Οι Έλληνες διέμειναν μέχρι το Φεβρουάριο του 1919 στο στρατόπεδο Moys. Στη συνέχεια οι περισσότεροι επέστρεψαν στην Ελλάδα και κάποιοι λίγοι διασκορπίστηκαν στη Γερμανία. Στο Γκέρλιτς μπορούσαν να κυκλοφορούν ελεύθερα στην πόλη αλλά το βράδυ έπρεπε να επιστρέφουν. Οι ανώτεροι αξιωματικοί είχαν τη δυνατότητα μάλιστα να νοικιάζουν και σπίτια, πράγματι ένα ιδιότυπο καθεστώς «προνομιακής» αιχμαλωσίας. Με τον καιρό ανέπτυξαν μεγάλες επαφές με την πόλη. Δούλευαν και ανάμεσα σε άλλα εξέδιδαν και την εφημερίδα «Τα Νέα του Γκέρλιτς ».
Καταγραφές πηγαίας έκφρασης
Εκείνη την περίοδο, ο Βίλχελμ Ντέγκεν, γλωσσολόγος και ιδρυτής του Οπτικοακουστικού Μουσείου Ντέγκεν και του Ηχητικού Αρχείου στο Βερολίνο, είχε πάρει εντολή από την Πρωσική Φωνογραφική Επιτροπή το 1915 να καταγράψει φωνές, γλώσσες και μουσικές. Κατέγραψε υλικό από 215 διαφορετικές φυλετικές ομάδες, γυρνώντας ανάμεσα σε άλλα σε στρατόπεδα συγκέντρωσης, τσίρκο και θέατρα. Από τις 12 μέχρι 17 Ιουλίου του 1917 έγινε η ηχογράφηση των Ελλήνων στρατιωτών.Δυο άνθρωποι στη Γερμανία που γνωρίζουν καλά το θέμα των Ελλήνων του Γκέρλιτς και έχουν κάνει πολύχρονη έρευνα είναι ο μουσικός Κωνσταντίνος Ανδρικόπουλος και ο ερευνητής Γεράσιμος Αλέξατος. Ο Κωνσταντίνος Ανδρικόπουλος, μας παρουσίασε ένα δείγμα των ηχογραφήσεων από το προσωπικό του αρχείο. Ακούγεται ο Παναγιώτης Καραμερτζάνης: «Πάου κι εγώ κοντά του, μου δίνει και μένα καφ(έ) να ρφήξω, κάθομαι στο τραπέζι και ρουφάω κι εγώ τον καφέ μου. Κάνω ένα έτσι, βλέπω μες στο καφενείο, τι να διώ, βλέπω γύρω από ένα (ζυμο;)τράπεζο να κάθονται δυο - τρεις κερατάδες λιμοκοντόρ, να κρατάν από ναν μπλάστρη στο χέρι και να σπρώχνουν τρία αυγά, κόκκινα, κίτρινα, πράσινα. Είν στρογγυλά σαν ρόδια(;). Ρωτάω τον κουμπάρ μου. Ωρέ κουμπάρ μ, λέω, τι ναι αυτού νου που καν αυτοινοί οι τρεις ….οι λιμοκοντόρ. Ρε κουμπάρ δεν ξέρεις τι ναι αυτούνε. Δεν ξέρω. Ω, ναυτούνε ειν το μπιλιάρδο. Αυτοί παίζουν μπιλιάρδο. Ω,ω, ουιμάν, μ λέω, αυτού ν ωρέ το μπιλιάρδο;»
Γλώσσα πηγαία, ανεπιτήδευτη, ιδιωματική. Τα δείγματα είναι από στρατιώτες από όλη την Ελλάδα. Μοιρολόγια, παραμύθια, ιστορίες, ψαλμωδίες, δημοτικά τραγούδια αλλά και η πρώτη ηχογράφηση μπουζουκιού στον κόσμο, βρίσκονται ανάμεσα στους πολύτιμους αυτούς θησαυρούς, οι οποίοι εκτιμώνται γύρω στους 140 δίσκους και βρίσκονται σήμερα μοιρασμένοι ανάμεσα στο πανεπιστήμιο Humboldt του Βερολίνου και το Εθνολογικό Μουσείο της ίδιας πόλης. Ο Γεράσιμος Αλεξάτος, μας αναφέρει συγκεκριμένα ότι στο πανεπιστήμιο Humboldt υπάρχουν εφτά μουσικές ηχογραφήσεις ενώ οι υπόλοιπες εξήντα πέντε αφορούν λόγο. Σχετικά με τον τρόπο που έγιναν οι ηχογραφήσεις, μας εξήγησε:
«Οι καταγραφές έχουν γίνει με διαφορετικό τεχνικό σύστημα. Οι πρώτες εβδομήντα δύο έγιναν με τα τεχνικά όργανα της ODEON, τα γραμμόφωνα της εποχής, τα οποία την εποχή εκείνη ήταν και η τελευταία λέξη της ηχογραφικής τεχνολογίας, οι άλλοι εβδομήντα δίσκοι που βρίσκονται στο Εθνολογικό Μουσείο έγιναν με ένα παλαιότερο σύστημα, το σύστημα του φωνογράφου και έχουν καταγραφεί όχι σε δίσκους αλλά σε κυλίνδρους από κερί».
Οι Έλληνες που πήραν μέρος στις μουσικές ηχογραφήσεις δεν ήταν επαγγελματίες. Ήταν αυτοί που κυρίως ξεχώριζαν στις παρέες. Στην φερόμενη πρώτη ηχογράφηση μπουζουκιού στον κόσμο με το τραγούδι «Χήρα να αλλάξεις όνομα» τραγουδά ο Απόστολος Παπαδιαμάντης, ανιψιός του συγγραφέα Αλέξανδρου Παπαδιαμάντη, ενώ ο Συριανός μπουζουξής Κώστας Καλαμαράς, μας δίνει μια εικόνα του πως παιζόταν τότε το μπουζούκι και τι ακούσματα είχε αργότερα ο σπουδαίος Μάρκος Βαμβακάρης.
Ένας θησαυρός που περιμένει την ανακάλυψή του
Οι Έλληνες στρατιώτες ανέπτυξαν στενές σχέσεις με την πόλη του Γκέρλιτς. Δεν δούλευαν μόνο, αλλά ερωτεύονταν, γλεντούσαν, χόρευαν και τραγουδούσαν μαζί με τους Γερμανούς. Ένα ενδιαφέρον δείγμα αυτής της συνύπαρξης μας επισημαίνει ο Κωνσταντίνος Ανδρικόπουλος: «Υπάρχει ένα εμβατήριο πάνω στο οποίο γράφτηκαν ελληνικοί και γερμανικοί στίχοι. Στίχοι, οι οποίοι περιγράφουν τη λειτουργία της ελληνόγλωσσης εφημερίδας, των «Νέων του Γκέρλιτς». Μέσα από αυτούς του στίχους μπορείς να ακούσεις όλα τα ονόματα των δημοσιογράφων, το ρόλο που έπαιζαν, των Ελλήνων και των Γερμανών. Και αυτό με αφορμή το εκατοστό εορταστικό τεύχος της εφημερίδας».Τι απέγιναν όμως αυτές οι ενδιαφέρουσες ηχογραφήσεις μετά τη σχολαστική καταγραφή τους από τις γερμανικές αρχές. Ποια είναι η πορεία που ακολούθησαν; Ο Γεράσιμος Αλεξάτος απαντά: «Αφότου τελείωσαν οι καταγραφές, εν συνεχεία έγιναν από τον ίδιο τον καθηγητή Χάιζενμπεργκ (Βυζαντινολόγος) ο οποίος ήταν υπεύθυνος και για ένα μεγάλο μέρος αυτών των ηχογραφήσεων, οι πρώτες προετοιμασίες, οι πρώτες μελέτες υλικού κτλ οι οποίες δημοσιεύθηκαν σε ένα πρώτο δικό του αναλυτικό άρθρο ήδη πριν από το τέλος του A´ Παγκοσμίου Πολέμου, το οποίο παρουσιάστηκε ενώπιον της Βαυαρικής Ακαδημίας Επιστημών. Από εκεί και πέρα επρόκειτο να γίνει μια μεγαλύτερη έκδοση, η οποία όμως δεν ευοδώθηκε εξ αιτίας του γεγονότος ότι μερικά χρόνια αργότερα απεβίωσε ο καθηγητής, κάπως πρόωρα, χωρίς να προλάβει να ολοκληρώσει το έργο του. Έτσι αργότερα η χήρα του, ανάμεσα στο 1930 με 1931 παρέδωσε όλο το υλικό, τόσο το ηχητικό όσο και όλα τα υπόλοιπα κείμενα που είχε ετοιμάσει, στο ηχητικό αρχείο του πανεπιστημίου Humboldt του Βερολίνου, το οποίο τότε είχε διαφορετικό όνομα».
Οι σπάνιοι και πολύτιμοι αυτοί ηχητικοί θησαυροί δεν έχουν μέχρι σήμερα πλήρως απομαγνητοφωνηθεί και ψηφιοποιηθεί και δυστυχώς δεν έχουν καθόλου αξιοποιηθεί από επίσημους ελληνικούς φορείς.