Κατά τη διδασκαλία της ξένης γλώσσας σε μικρή ηλικία πρέπει να λαμβάνεται υπόψη η συνολική προσωπικότητα του παιδιού και οι βασικές του ανάγκες. Εκτός από τις φάσεις της εντατικής ενασχόλησης με την καινούργια γλώσσα και τον πολιτισμό, θα πρέπει να υπάρχουν και φάσεις «ηρεμίας», ώστε το παιδί να έχει τη δυνατότητα να σκεφτεί, να συγκεντρωθεί και να εκτονωθεί με την κίνηση.
Οι βασικές αρχές που παρατίθενται παρακάτω αφορούν σε παράγοντες οι οποίοι καθορίζουν τη διαδικασία του μαθήματος και αναφέρονται ως εκ τούτου σε θέματα που θίγονται σε προηγούμενα κεφάλαια. Η κάθε μια από τις αρχές αυτές ξεχωριστά– έχει την ίδια μεγάλη σημασία για την επιτυχή εκμάθηση ξένης γλώσσας σε μικρή ηλικία.
- Το παιδί πρέπει να βρίσκεται στο επίκεντρο της μαθησιακής διαδικασίας.
- Ο εκπαιδευτικός ή ο διδάσκοντας οφείλει να γνωρίζει και να λαμβάνει υπόψη του τις σωματικές και αισθητηριακές μαθησιακές ανάγκες του κάθε παιδιού και να υποστηρίζει, στα πλαίσια του προγράμματος της ξένης γλώσσας, τις συναισθηματικές, κοινωνικές και κινητικές του ικανότητες.
- Στόχοι, θέματα, περιεχόμενο και μέθοδοι διδασκαλίας πρέπει να επιλέγονται με τέτοιο τρόπο, ώστε να συνδέονται με τον κόσμο και τις εμπειρίες του παιδιού. Πρέπει να έχουν άμεση σημασία και εφαρμογή στην καθημερινότητα του παιδιού.
- Στο επίκεντρο της μάθησης –κυρίως στις αρχικές φάσεις και ανάλογα πάντα με το επίπεδο ανάπτυξης του παιδιού – βρίσκεται η γλώσσα που ακούγεται και ομιλείται.
- Στην προσχολική εκπαίδευση και στα πρώτα χρόνια του Δημοτικού, τα παιδιά πρέπει σταδιακά και με μικρά βήματα να μάθουν να διαβάζουν και να γράφουν. Η πρόσληψη έχει μεγαλύτερη σημασία από την παραγωγή, η κατανόηση από την ομιλία, η ομιλία από τη γραφή. Δεν έχει σημασία για τα παιδιά να συνειδητοποιήσουν τις γλωσσικές δομές – τουλάχιστον όχι σε μεγάλο βαθμό.
- Η εκμάθηση της ξένης γλώσσας ευνοείται αν η ακολουθούμενη πορεία είναι σπειροειδής.
- Προγράμματα, στα οποία η εκμάθηση της γλώσσας συνδέεται με το περιεχόμενο, δίνουν τη δυνατότητα για πιο ανοικτές μορφές διδασκαλίας, π.χ. διαθεματική διδασκαλία.