Η συνέχιση της εκμάθησης ξένων γλωσσών σε μικρή ηλικία καθίσταται συχνά προβληματική κατά τη μετάβαση από τον παιδικό σταθμό στο νηπιαγωγείο ή το δημοτικό
[1].
Ένα σημαντικό εργαλείο για τη διασφάλιση της συνέχειας της γνωστικής διαδικασίας σε διαφορετικά εκπαιδευτικά ιδρύματα, είναι ο καθορισμός της διδακτέας ύλης στο μάθημα της ξένης γλώσσας στα διάφορα εκπαιδευτικά ιδρύματα. Διδάσκοντες στα Δημοτικά μαζί με το ειδικευμένο εκπαιδευτικό προσωπικό θα έπρεπε να ενημερώνονται ακριβώς για την ύλη που έχει διδαχθεί το παιδί στην προηγούμενη βαθμίδα και τη συγκεκριμένη πορεία που έχει ακολουθήσει, ώστε να μπορέσουν να συνεχίσουν από το σημείο στο οποίο βρίσκεται και να αποφύγουν τις επαναλήψεις. Κατά τον ίδιο τρόπο οι διδάσκοντες στο πρώτο σχολείο πρέπει να προετοιμάζουν τα παιδιά για τη μετάβαση στην επόμενη βαθμίδα.
Για το σκοπό αυτό είναι απαραίτητος ο καθορισμός της διδακτέας ύλης, ώστε να διασφαλίζεται η πρόοδος και η συνέχιση της εκμάθησης της ξένης γλώσσας.
Οδηγίες:
- Εκπαιδευτικά προγράμματα (χρόνος έναρξης της εκμάθησης, επιλογή, έκταση και ακολουθία των γλωσσών και πιστοποιητικά γλωσσομάθειας στα οποία στοχεύει ο μαθητής) θα έπρεπε να μην επιλέγονται αποσπασματικά, αλλά να αποτελούν μέρη ενός συνόλου. Σε ό,τι αφορά τη συνολική πορεία της εκμάθησης ξένης γλώσσας σε μικρή ηλικία θα έπρεπε να υπάρχει μια κοινή εκπαιδευτική βάση [2].
- Μια, τουλάχιστον κατά διαστήματα, κοινή πανεπιστημιακή εκπαίδευση των εκπαιδευτικών και διδασκόντων, όπως αυτή επιχειρείται σε ορισμένες χώρες, θα μπορούσε να συμβάλλει στη διαμόρφωση ενός σταθερού εκπαιδευτικού συστήματος20 [3].
- Η μετάβαση από τη μια βαθμίδα εκπαίδευσης στην άλλη πρέπει να προβλέπεται και να προγραμματίζεται εκ των προτέρων από όλα τα εμπλεκόμενα εκπαιδευτικά ιδρύματα, ώστε να διασφαλίζεται η συνέχιση της γνωστικής διαδικασίας.
- Θα έπρεπε να σχεδιασθεί διδακτικό υλικό ή εγχειρίδια που καλύπτουν όλες τις βαθμίδες εκπαίδευσης.