Εσωτερικευμένος Μισογυνισμός
Ο μισογυνισμός μέσα μας
Οι διακρίσεις προέρχονται από το εξωτερικό περιβάλλον, πιστεύουν πολλοί. Κι όμως, όλοι μας έχουμε εσωτερικεύσει μισογυνισμό. Πού οφείλεται αυτό;
της Anna Rosenwasser
Ο μισογυνισμός, δηλαδή η υποτίμηση των γυναικών και κάθε θηλυκής έκφανσης, καταλογίζεται κατά κύριο λόγο στους άντρες. Παραβλέπεται έτσι συχνά ένα στοιχείο που παίζει ουσιαστικό ρόλο σε μια σεξιστική κοινωνία: Ότι κάθε άνθρωπος εσωτερικεύει βλαβερά πρότυπα ρόλων, ανεξαρτήτως του φύλου στο οποίο ανήκει. Κατ’ επέκταση και οι γυναίκες –όσο κι αν ακούγεται δήθεν παράδοξο– κουβαλάνε μέσα τους μια μισογυνική εικόνα του κόσμου, με άλλα λόγια έχουν εσωτερικεύσει την υποτίμηση των γυναικών. Αυτό ονομάζεται εσωτερικευμένος μισογυνισμός.
Όταν ήμουν έφηβη ξόδευα όλο μου το χαρτζιλίκι για να πάω για προσκύνημα στις συναυλίες της κοντινότερης μεγάλης πόλης. Τα συγκροτήματα που λάτρευα είχαν σε γενικές γραμμές δύο κοινούς παρονομαστές: Το όνομά τους ξεκινούσε με το άρθρο «The» και αποτελούνταν όλα από άντρες. Δεν έβρισκα τίποτα κακό σε αυτή την κατανομή των φύλων. Αντιθέτως, κόμπαζα για το γεγονός ότι δεν άκουγα εκείνες τις μουσικούς που είχαν τη σφραγίδα της ποπ χαζογκόμενας. Θυμάμαι ότι μου άρεσα σε αυτόν τον ρόλο: Ήμουν διαφορετική από τα άλλα κορίτσια.
Το παράδειγμα αυτό δεν αφορά κάποια ειδική και σπάνια περίπτωση. Πολλά κορίτσια και πολλές γυναίκες θέλουν να τονίσουν τον πολυδιάστατο χαρακτήρα και το προσωπικό, ιδιαίτερο στοιχείο τους, διαχωρίζοντας τη θέση τους από τη συμβατική εικόνα της γυναίκας. Το «εγώ είμαι διαφορετική από τις άλλες γυναίκες» είναι μια δήλωση που κάνει μια γυναίκα με σκοπό να προσδώσει θετικό πρόσημο στο άτομό της. Η συγκεκριμένη αυτοτοποθέτηση ενθαρρύνεται από εγκωμιαστικές φράσεις όπως «εσύ διαφέρεις από τις άλλες γυναίκες» – φράσεις που κατ’ επέκταση, εσκεμμένα ή μη, «υποβιβάζουν τις άλλες γυναίκες».
Μεγαλώνουμε με ρόλους των δύο φύλων που βρίθουν από μειωτικές εικόνες της γυναίκας: η επιφανειακή χαζογκόμενα, η ομορφούλα αλλά ηλίθια, η άσχημη στρίγκλα. Αν, αντίθετα, πρόκειται για θετικούς ρόλους, τότε πολλές φορές τους λείπει το βάθος: Μια πριγκίπισσα που απλώς την απαγάγουν, την σώζουν ή της δίνουν ένα φιλί για να ξυπνήσει δεν προσφέρει παρά μικρά περιθώρια ταύτισης. Δεν είναι να απορεί κανείς, λοιπόν, που αργά ή γρήγορα διαχωρίζουμε τη θέση μας. Γιατί ποια θα ήθελε να πάρει τέτοιους ρόλους;
ΟΙ ΔΙΑΚΡΙΣΕΙΣ απΟ ΤΗΝ ΙΔΙΑ ΣΟΥ ΤΗΝ ΟΜΑΔΑ
Οι περισσότεροι άνθρωποι αντιλαμβάνονται τις διακρίσεις ως κακεντρέχειες που προέρχονται από μια πλειονότητα και πλήττουν μια μειονότητα. Εκείνο που τις πιο πολλές φορές δεν φανταζόμαστε όταν σκεφτόμαστε την έννοια των διακρίσεων είναι ότι η ομάδα που τις υφίσταται μπορεί να συμβάλλει η ίδια σε αυτές. Αν όλοι μεγαλώνουμε σε έναν κόσμο που συνήθως παρουσιάζει τις γυναίκες με έναν ταπεινωτικό τρόπο, αυτό θα επηρεάσει καθοριστικά όχι μόνο την εικόνα που έχουν οι άντρες για τις γυναίκες, αλλά και εκείνη που έχουν οι γυναίκες για τις γυναίκες. Από πού να αντλήσουν οι γυναίκες ένα θετικό, πολυδιάστατο και ενθαρρυντικό πρότυπο του φύλου τους, όταν ένα τεράστιο κομμάτι των κοινωνικών αφηγημάτων είναι αρνητικά, μονοδιάστατα και αποκαρδιωτικά;
ΠΕΡΙΠΤΩΣΙΟΛΟΓΙΚΗ ΜΕΛΕΤΗ: Οι ταινιεσ ΝΤΙΣΝΕΪ – γιατι οι γυναικειοι χαρακτηρες εχουν τοσο λιγο χρονο ομιλιασ
Ας πάρουμε για παράδειγμα ένα από τα πράγματα με τα οποία η λαϊκή κουλτούρα έχει «κόλλημα»: τις ταινίες Ντίσνεϊ. Υπάρχουν στατιστικές που συγκρίνουν τον χρόνο ομιλίας των ανδρικών με εκείνον των γυναικείων χαρακτήρων. (Είναι μάλιστα χαρακτηριστικό ότι κάθε ήρωας, είτε είναι πραγματικό είτε μυθικό ζώο, έχει φύλο.) Δεν προξενεί ιδιαίτερη εντύπωση ότι στο Βιβλίο της Ζούγκλας το 98% του χρόνου ομιλίας το έχουν οι ανδρικοί χαρακτήρες. Τι συμβαίνει όμως στις ταινίες στις οποίες οι γυναικείοι χαρακτήρες παίζουν κομβικό ρόλο; Η Γιασμίν, που στην ταινία Αλαντίν αντιστέκεται στον πατερναλισμό, καλείται να υψώσει το ανάστημά της έναντι ενός 90% ανδρικού χρόνου ομιλίας. Ένα ακόμη πιο χτυπητό παράδειγμα όμως είναι η Μουλάν: Στην ομώνυμη ταινία, η έφηβη σώζει σχεδόν ολόκληρη την Κίνα. Και με τι ποσοστό ανδρικού χρόνου ομιλίας έρχεται αντιμέτωπη παρά την ηρωική της πράξη; 75%. Και, ακόμη καλύτερο: διπλάσιος χρόνος ομιλίας σε σχέση με εκείνον της Μουλάν έχει δοθεί σε έναν μικρό, αρσενικό δράκο. Ακόμη και όταν μια πριγκίπισσα του Ντίσνεϊ σώζει όλη την Κίνα επισκιάζεται λεκτικά από έναν εκνευριστικό, μικροσκοπικό δράκο.
Ίσως αυτό να ακούγεται αστείο και αθώο. Ωστόσο, τίθεται το ερώτημα του πώς αυτές οι επιλογές παρουσίασης δεν καθορίζουν μόνο την εικόνα της γυναίκας που έχουν οι άντρες, αλλά και τον εσωτερικευμένο μισογυνισμό των γυναικών. Αν έχουμε συνηθίσει ακόμα και οι ηρωίδες στις παιδικές ταινίες να έχουν το ένα τέταρτο μόνο του συνολικού χρόνου ομιλίας, πώς θα μας φανούν οι γυναίκες που τολμούν να πάρουν τον μισό χρόνο ομιλίας; Πόσο μάλλον, περισσότερο από τον μισό. Το κλισέ ότι οι γυναίκες μιλάνε πολύ ενώ έχουν πολύ λίγα να πουν έχει καρφωθεί πεισματικά στο μυαλό μας. Λογικό, γιατί αν ακούμε από ελάχιστα έως καθόλου τους γυναικείους χαρακτήρες να μιλάνε, τότε πολύ σύντομα θα νιώσουμε καταπιεστικές και «υπερβολικές» όταν τελικά καταλάβουμε χώρο.
Δεν είναι μόνο ο χρόνος ομιλίας που συμβάλλει στη διάδοση μιας συγκεκριμένης εικόνας των γυναικών. Αρκεί να ρίξουμε μια ματιά στους γυναικείους «κακούς» χαρακτήρες. Οι κακές γυναίκες –κι αυτό όχι μόνο στις ταινίες Ντίσνεϊ– αναγνωρίζονται ως τέτοιες χάρη σε πολύ συγκεκριμένα, σαφή χαρακτηριστικά. Συχνά έχουν βαθιά φωνή, καμιά φορά είναι χοντρές, περιστασιακά έχουν κοντά μαλλιά. Πάρτε για παράδειγμα την Ούρσουλα στο Άριελ, Η Μικρή Γοργόνα. Κοντολογίς: οι κακές γυναίκες είναι τις πιο πολλές φορές άσχημες γυναίκες. Και ως άσχημο νοείται οτιδήποτε δεν είναι αδύνατο, νέο και αθώο. Εσωτερικεύουμε αυτές τις εικόνες κακών γυναικών μαζί με την εικόνα της ομορφιάς. Η περιφέρεια μέσης μιας «καλής» πριγκίπισσας είναι εξίσου μεγάλη όσο και ο χρόνος ομιλίας της.
ΥΠΕΡΒΟΛΙΚΟ ΜΑΚΙΓΙΑΖ, ΥΠΕΡΒΟΛΙΚΟΣ ΤΟΝΙΣΜΟΣ ΤΟΥ ΣΩΜΑΤΟΣ – ΤΑ ΣΤΕΝΑ ΟΡΙΑ της ΘΗΛΥΚΟΤΗΤΑΣ
Οι γυναίκες μαθαίνουν έτσι μέσα από τις εικόνες που προβάλλονται από τα ΜΜΕ ποια ακριβώς πρέπει να είναι η εμφάνισή τους, βάσει ενός αυστηρά προκαθορισμένου καταλόγου για το τι θεωρείται «θηλυκό». Ταυτόχρονα, υπάρχουν άγραφοι κανόνες για το πότε η θηλυκότητα παραείναι… θηλυκή. Οι έντονα μακιγιαρισμένες γυναίκες θεωρούνται απελπισμένες. Αν μια γυναίκα φοράει στενά ρούχα, που τονίζουν το σώμα της, θα ακούσει ότι είναι «εύκολη». Η γλώσσα μας έχει πολλές λέξεις για το πόσα λάθη μπορεί να κάνει μια γυναίκα απλώς με το να είναι γυναίκα: βρομοθήλυκο, τσούλα, πόρνη, χαζογκόμενα, στρίγκλα, αντρογυναίκα. Αυτά τα αφηγήματα επηρεάζουν τις γυναίκες που εσωτερικεύουν και αναπαράγουν αυτήν τη μονίμως επικριτική άποψη για τον εαυτό τους και τις ομόφυλές τους.
Το ύπουλο στον εσωτερικευμένο μισογυνισμό είναι ότι δεν γίνεται απαραίτητα αντιληπτός όπως οι διακρίσεις. Ούτε καν ως μια κακεντρέχεια. Το εσωτερικευμένο μίσος για τις γυναίκες φαντάζει σε πολλούς ανθρώπους ως η προσωπική άποψη ενός ατόμου. Δεν είναι εύκολο να καταλάβεις ότι είναι συστηματικό. Με αποτέλεσμα οι γυναίκες να συμβάλλουν πολλές φορές οι ίδιες στην καταπίεσή τους. Αν και, προσοχή: Δεν φέρουν την κύρια ευθύνη. Αναπαράγουν όμως την εχθρική στάση απέναντι στο φύλο τους ‒ άλλος ένας άσος στο μανίκι του σεξισμού.
Ο εσωτερικευμένος μισογυνισμός πηγαίνει μαζί με την έλλειψη αλληλεγγύης. Εκεί βρίσκεται το κλειδί για το πρόβλημα: ο εσωτερικευμένος μισογυνισμός ξε-μαθαίνεται όταν μάθουμε να δείχνουμε γυναικεία αλληλεγγύη. Όταν ξεδιπλώσουμε τη γυναικεία και την ανθρώπινη διαφορετικότητα. Μέσα από την προβολή και την κανονικοποίηση των πολύ διαφορετικών τρόπων με τους οποίους μπορεί μια γυναίκα να είναι γυναίκα. Αυτό οξύνει ταυτόχρονα τις αισθήσεις. Και μας δυναμώνει για την επόμενη μάχη με τους δράκους.